Πρόσφατα Θέματα
Παρόντες χρήστες
212 χρήστες είναι συνδεδεμένοι αυτήν την στιγμή:: 0 μέλη, 0 μη ορατοί και 212 επισκέπτες :: 1 μηχανή αναζήτησηςΚανένας
[ Δες όλη τη λίστα ]
Περισσότεροι χρήστες υπό σύνδεση 545, στις Πεμ 01 Ιαν 2015, 15:59
Σύνδεση
Ονειροπαγίδα
2 απαντήσεις
Σελίδα 1 από 1
Ονειροπαγίδα
Πρόλογος
Τρέχαμε! Ήταν η μόνη λύση, για να μείνουμε ζωντανοί. Για να επιβιώσουμε σε ένα κόσμο που δεν επιλέξαμε. Άγγελοι και δαίμονες θα μας κυνηγούσαν όπου και αν πηγαίναμε. Η αγάπη μας όμως ήταν δυνατή και θα νικούσε. Στο κάτω-κάτω δεν ευθυνόμασταν μόνο εμείς γι' αυτό. Αυτοί που μας είχαν κάνει έτσι είχαν το μεγαλύτερο μέρος την ευθύνης. Εμείς δεν είχαμε κάνει κάτι κακό ή αισχρό, για να μας φερθούν έτσι. Μόνο αγαπηθήκαμε. όλοι έχουν δικαίωμα στην αγάπη. Ακόμη και πλάσματα, σαν και εμάς. Όλοι ψάχνουμε το άλλο μας μισό και εγώ το βρήκα... και δεν σκοπεύω να τον αφήσω να φύγει. Με κανένα θεό και με κανένα δαίμονα!
Τρέχαμε! Ήταν η μόνη λύση, για να μείνουμε ζωντανοί. Για να επιβιώσουμε σε ένα κόσμο που δεν επιλέξαμε. Άγγελοι και δαίμονες θα μας κυνηγούσαν όπου και αν πηγαίναμε. Η αγάπη μας όμως ήταν δυνατή και θα νικούσε. Στο κάτω-κάτω δεν ευθυνόμασταν μόνο εμείς γι' αυτό. Αυτοί που μας είχαν κάνει έτσι είχαν το μεγαλύτερο μέρος την ευθύνης. Εμείς δεν είχαμε κάνει κάτι κακό ή αισχρό, για να μας φερθούν έτσι. Μόνο αγαπηθήκαμε. όλοι έχουν δικαίωμα στην αγάπη. Ακόμη και πλάσματα, σαν και εμάς. Όλοι ψάχνουμε το άλλο μας μισό και εγώ το βρήκα... και δεν σκοπεύω να τον αφήσω να φύγει. Με κανένα θεό και με κανένα δαίμονα!
Απ: Ονειροπαγίδα
1ο κεφάλαιο-α'μέρος
Ήταν μία συνηθισμένη, καθημερινή μέρα μέσα στην απρόσμενα φυσιολογική ζωή μου-αν εξαιρέσει κανείς τα μικρά προβλήματα μου, που τώρα είχαν ελαττωθεί. Ξύπνησα ως συνήθως στις επτά παρά τέταρτο. Ο καιρός ήταν καλός, για το γούστο μου. Ο ουρανός ήταν γκρι, εξαιτίας των σύννεφων, που είχαν απλωθεί παντού. Έφτιαξα γρήγορα το ανακατωμένο πάπλωμα μου και έπειτα πήγα στον καθρέπτη, για να φτιάξω τα μαλλιά μου. Μετά από αυτό πήγα στο μπάνιο για να ρίξω λίγο νερό στο πρόσωπο μου και να βουρτσίσω τα δόντια μου. Όταν τελείωσα με όλα αυτά πήγα στο δωμάτιο μου για να ντυθώ.
Έβαλα την αγαπημένη μου μπλούζα και ένα στενό γκρί τζιν, έχοντας την ελπίδα, ότι θα με πρόσεχε σήμερα εκείνος. Βέβαια σήμερα, ειδικά σήμερα, αφού είχε τα γεννέθλια του και θα είχε άλλα πράγματα στο μυαλό του. Τις σκέψεις μου διέκοψαν οι πρωινοί και πλέον συνηθισμένοι μικροκαβγάδες των γονιών μου. Το είχα συνηθίσει πια... Ήταν όμως ήδη επτά ακριβώς και έπρεπε να φάω πρωινό, έτσι τους άφησα να τσακωθούν με την ησυχία τους. Πήγα στην κουζίνα και άρπαξα ένα μπόλ και το γέμισα με δημητριακά. Καθώς σκεφτόμουν ότι την πρώτη ώρα είχα αρχαία και γέμιζα το μπόλ με γάλα, ακούστηκε από την εξώπορτα του σπιτιού ένα ασυντόνιστο, ήσυχο χτύπημα. Αμέσως κατάλαβα ότι ήταν η Μαρίνα και πήγα να της ανοίξω. Αφού κάθισε αμίλητη στον καναπέ, αποφάσισα να της μιλήσω πρώτη, μήπως και καταλάβαινε ότι δεν είναι μόνη της πια. Ενώ της μιλούσα με κοιτούσε με τα μεγάλα χρυσαφί της μάτια κάπως απορριμένη. "Καλημέρα" είπε μετά από 1-2 λεπτά. Ήταν προφανές! Κοιμόταν ακόμα! "Διάβασες για το διαγώνισμα της φυσικής, που έχουμε αύριο;" τη ρώτησα, ενώ έτρωγα πεινασμένη το πρωινό μου. Το σχολείο ήταν το μόνο θέμα συζήτησης που απασχολούσε την Μαρίνα. "Ε, λίγο...εσύ;" μου είπε κάπως βαρεμένα. Το ήξερα πως ήταν ψέμα αφού το μόνο που έκανε ήταν να διαβάζει. "Όχι, δεν πρόλαβα με τόσο διάβασμα που είχα για σήμερα". "Ε,ε;" μου είπε μετά από λίγα δευτερερόλεπτα. "Τίποτα" της είπα απογοήτευμένη, αφού είχα την ελπίδα πως κάποια στιγμή θα μπορούσα να επικοινωνήσω φυσιολογικά μαζί της.
Είχε έρθει η ώρα να φύγουμε και έτσι γλίτωσα από τη δύσκολη θέση που είχα βρεθεί, αφού καμία από τις δυο μας δεν μιλούσε πια. Έπιασα βιαστικά τη τσάντα μου και φύγαμε σχεδόν τρέχοντας. Έξω ο καιρός ήταν όπως τον είχα προβλέψει. Ο παγωμένος και ξυρός αέρας χτύπησε με μανία το πρόσωπο μου. Φτάσαμε στη στάση του λεωφορείου πιο γρήγορα από άλλες φορές. Ήταν σαν να είχαμε βάλει στοίχημα και έτσι κάθε μέρα τρέχαμε σχεδόν για να φτάσουμε, αν και είχαμε αρκετά λεπτά μπροστά μας. Από την άλλη μεριά, πιθανότατα να τρέχαμε για να ξεφύγουμε από τη πλήξη που καθημερινά μας καταλάμβανε με το "έτσι θέλω". Βέβαια αυτό είναι πολύ ποιητικό για μία παρέα δεκαεφτάχρονων κοριτσιών.
Η Άλεξ και η Θωμαϊς μα περίμεναν, ενώ συζυτούσαν με κάποιες κοπέλες που θα πήγαιναν αύριο. Εγώ ως συνήθως, θα περνούσα το Σαββατόβραδο στο σπίτι, αφού δεν μου άρεσε πολύ να βγαίνω επειδή πάντα γυρνούσα πιο νωρίς από τις υπόλοιπες και επίσης δεν μου άρεσαν τα μέρη που σύχναζαν. "Επ, καλημέρα! Πότε ήρθατε;" είπε η Άλεξ κεφάτα. Η Θωμαϊς γύρισε αφενός αδιάφορη από την άφιξη μας, αφετέρου χαρούμενη για τον ερχομό του "Ρωμαίου" της. Αν και από την αρχή της χρονιάς, αδιαφορούσε για τα σχολικά μαθήματα,τώρα τα πράγματα είχαν χειροτερέψει περισσότερο. Μία φορά μας είχε πει, πως ξυπνούσε από τις 5 τα χαράματα, για να ετοιμαστεί. Ήταν γνωστό ότι ήταν υπερβολική, όμως η εμφάνιση της αυτή τη φορά την δικαιολογούσε. Τα μαλλιά της ήταν πολύ ταλαιπωρημένα από το καθημερινό ίσιωμα, το πρόσωπο της πάντα ήταν καλυμμένο από παχιές στρώσεις make-up και πάντα έβαζε άσπρο μολύβι στο κάτω βλέφαρο των ματιών της, για να δείχνουν μεγαλύτερα. Σήμερα είχε πιάσει τα μαλλιά της, μία ψηλή αλογοουρά, που αναδείκνυε το καστανόξανθο χρώμα τους. Καθώς την παρατηρούσα, την σύγκρινα με εμένα. Αν και δεν ήταν πολύ όμορφη, όλη αυτή η προετοιμασία που υπέμενε κάθε πρωί την έκανε εκθαμβωτική, σε αντίθεση με εμένα. Εγώ, όπως πάντα, είχα αφήσει τα μαλλιά μου κάτω και στις άκρες έκαναν μικρές μπούκλες. Επίσης δεν είχαν πολύ λαμπερό χρώμα, όπως τα δικά της, αφού δεν τα είχα βάψει ακόμα, και είχαν ένα άτονο καστανό χρώμα. Όσον αφορούσε τα ρούχα, αποφάσισα να μην μπω καν στο κόπο να τα συγκρίνω... Παρόλα αυτά εγώ εξακολουθούσα να έχω την αντίληψη, πως πρέπει να αρέσει σε κάποιον ο χαρακτήρας σου και μετά η εμφάνισή σου και γι'αυτό δεν θα έκανα κάτι ανάλογο. Το λεωφορείο ήρθε στην ώρα του και όλοι μπήκαν μέσα βιαστικά.
Όλη αυτή η διαδρομή μέρα με τη μέρα γινόταν όλο και πιο κουραστική. Στην αρχή της σχολικής χρονιάς αναρωτιόμουν αν όλη αυτή η ταλαιπωρία άξιζε το κόπο. Με το καιρό δεν έδινα σημασία αφού, με έπαιρνε ο ύπνος στο μαλακό ώμο της Μαρίνας. Αν και ήταν ωραία να ξαπλώνεις πάνω της, το άγχος και οι μόνιμες πλέον σκέψεις δεν με άφηναν να ξεκουραστώ πολύ. Μία φορά, στα μέσα του Οκτώβρη, με είχε πάρει ο ύπνος τόσο βαθιά, που δεν μπορούσαν να με ξυπνήσουν. Νόμιζαν ότι είχα λυποθυμίσει ή ότι είχα πάθει κάτι σαν σοκ, ώσπου με πότισαν στην κυριολεξία με κρύο νερό και αναγκάστικα να ξυπνήσω. Η ντροπή που είχα νιώσει εκείνη τη μέρα ήταν απερίγραπτη, αν και κανείς δεν εδωσε πολύ σημασία στο συμβάν. Τα ενοχλητικά σχόλια κράτησαν μόνο για λίγες μέρες και μετά το ξέχασαν και αυτό.
Η ονειροπόληση μου σταμάτησε όταν, ακούστηκε η βραχνή φωνή της Μαρίνας. "Άντε, άντε ξύπνα. Φτάσαμε!" είπε ανυπόμονα, καθώς με σκουντούσε με τα δαχτυλά της. Βγήκα με δυσκολία από το λεωφορείο γιατί, ακόμα νύσταζα και αυτό με εμπόδιζε στο να περπατήσω σταθερά και ευθυγραμμισμένα. Τότε τον είδα! Το γυμνασμένο -σχεδόν- σώμα του Έρικ με έκανε να χάσω την ισορροπία μου. "Χαλάρωσε...καρφώνεσαι!" μου είπε η Θωμαϊς, ενώ με τσίμπησε μαλακά στο μπράτσο. Τελικά...ναι, πιστεύω πως θα έκανα και το αδύνατο δυνατό για το συγκεκριμένο άτομο, που τώρα στεκόταν λίγα μέτρα μακριά μου κια κοιτούσε με τα μικρά πράσινα μάτια του, ένα μηχανάκι που πέρασε δίπλα μου. Κάποια στιγμή ένοιωσα το βλέμμα του να πέφτει πάνω μου, όμως ήταν φευγαλέο, δυστυχώς. Η συμπεριφορά μου δεν ήταν λογική και το ήξερα. Παρατηρούσα τη παραμικρή του κίνηση. Αύτα όμως οφείλονταν στην εφηβεία απ'όσο ήξερα, ή απλά αυτό ήθελα να πιστεύω. Ο διαπεραστικός ήχος του κουδουνιού ακούστηκε και έφυγα για την τάξη. Μπήκαμε μέσα και έκατσα όπως πάντα, στη θέση μου, ακουμπώντας τη πλάτη μου στο χρωματισμένο τοίχο, έχοντας καρφώσε το βλέμμα μου στον Έρικ. Η φιλόλογος μας δεν θα αργούσε να έρθει όταν ξαφνικά, τον είδα να κατευθύνεται προς εμένα...
Ήταν μία συνηθισμένη, καθημερινή μέρα μέσα στην απρόσμενα φυσιολογική ζωή μου-αν εξαιρέσει κανείς τα μικρά προβλήματα μου, που τώρα είχαν ελαττωθεί. Ξύπνησα ως συνήθως στις επτά παρά τέταρτο. Ο καιρός ήταν καλός, για το γούστο μου. Ο ουρανός ήταν γκρι, εξαιτίας των σύννεφων, που είχαν απλωθεί παντού. Έφτιαξα γρήγορα το ανακατωμένο πάπλωμα μου και έπειτα πήγα στον καθρέπτη, για να φτιάξω τα μαλλιά μου. Μετά από αυτό πήγα στο μπάνιο για να ρίξω λίγο νερό στο πρόσωπο μου και να βουρτσίσω τα δόντια μου. Όταν τελείωσα με όλα αυτά πήγα στο δωμάτιο μου για να ντυθώ.
Έβαλα την αγαπημένη μου μπλούζα και ένα στενό γκρί τζιν, έχοντας την ελπίδα, ότι θα με πρόσεχε σήμερα εκείνος. Βέβαια σήμερα, ειδικά σήμερα, αφού είχε τα γεννέθλια του και θα είχε άλλα πράγματα στο μυαλό του. Τις σκέψεις μου διέκοψαν οι πρωινοί και πλέον συνηθισμένοι μικροκαβγάδες των γονιών μου. Το είχα συνηθίσει πια... Ήταν όμως ήδη επτά ακριβώς και έπρεπε να φάω πρωινό, έτσι τους άφησα να τσακωθούν με την ησυχία τους. Πήγα στην κουζίνα και άρπαξα ένα μπόλ και το γέμισα με δημητριακά. Καθώς σκεφτόμουν ότι την πρώτη ώρα είχα αρχαία και γέμιζα το μπόλ με γάλα, ακούστηκε από την εξώπορτα του σπιτιού ένα ασυντόνιστο, ήσυχο χτύπημα. Αμέσως κατάλαβα ότι ήταν η Μαρίνα και πήγα να της ανοίξω. Αφού κάθισε αμίλητη στον καναπέ, αποφάσισα να της μιλήσω πρώτη, μήπως και καταλάβαινε ότι δεν είναι μόνη της πια. Ενώ της μιλούσα με κοιτούσε με τα μεγάλα χρυσαφί της μάτια κάπως απορριμένη. "Καλημέρα" είπε μετά από 1-2 λεπτά. Ήταν προφανές! Κοιμόταν ακόμα! "Διάβασες για το διαγώνισμα της φυσικής, που έχουμε αύριο;" τη ρώτησα, ενώ έτρωγα πεινασμένη το πρωινό μου. Το σχολείο ήταν το μόνο θέμα συζήτησης που απασχολούσε την Μαρίνα. "Ε, λίγο...εσύ;" μου είπε κάπως βαρεμένα. Το ήξερα πως ήταν ψέμα αφού το μόνο που έκανε ήταν να διαβάζει. "Όχι, δεν πρόλαβα με τόσο διάβασμα που είχα για σήμερα". "Ε,ε;" μου είπε μετά από λίγα δευτερερόλεπτα. "Τίποτα" της είπα απογοήτευμένη, αφού είχα την ελπίδα πως κάποια στιγμή θα μπορούσα να επικοινωνήσω φυσιολογικά μαζί της.
Είχε έρθει η ώρα να φύγουμε και έτσι γλίτωσα από τη δύσκολη θέση που είχα βρεθεί, αφού καμία από τις δυο μας δεν μιλούσε πια. Έπιασα βιαστικά τη τσάντα μου και φύγαμε σχεδόν τρέχοντας. Έξω ο καιρός ήταν όπως τον είχα προβλέψει. Ο παγωμένος και ξυρός αέρας χτύπησε με μανία το πρόσωπο μου. Φτάσαμε στη στάση του λεωφορείου πιο γρήγορα από άλλες φορές. Ήταν σαν να είχαμε βάλει στοίχημα και έτσι κάθε μέρα τρέχαμε σχεδόν για να φτάσουμε, αν και είχαμε αρκετά λεπτά μπροστά μας. Από την άλλη μεριά, πιθανότατα να τρέχαμε για να ξεφύγουμε από τη πλήξη που καθημερινά μας καταλάμβανε με το "έτσι θέλω". Βέβαια αυτό είναι πολύ ποιητικό για μία παρέα δεκαεφτάχρονων κοριτσιών.
Η Άλεξ και η Θωμαϊς μα περίμεναν, ενώ συζυτούσαν με κάποιες κοπέλες που θα πήγαιναν αύριο. Εγώ ως συνήθως, θα περνούσα το Σαββατόβραδο στο σπίτι, αφού δεν μου άρεσε πολύ να βγαίνω επειδή πάντα γυρνούσα πιο νωρίς από τις υπόλοιπες και επίσης δεν μου άρεσαν τα μέρη που σύχναζαν. "Επ, καλημέρα! Πότε ήρθατε;" είπε η Άλεξ κεφάτα. Η Θωμαϊς γύρισε αφενός αδιάφορη από την άφιξη μας, αφετέρου χαρούμενη για τον ερχομό του "Ρωμαίου" της. Αν και από την αρχή της χρονιάς, αδιαφορούσε για τα σχολικά μαθήματα,τώρα τα πράγματα είχαν χειροτερέψει περισσότερο. Μία φορά μας είχε πει, πως ξυπνούσε από τις 5 τα χαράματα, για να ετοιμαστεί. Ήταν γνωστό ότι ήταν υπερβολική, όμως η εμφάνιση της αυτή τη φορά την δικαιολογούσε. Τα μαλλιά της ήταν πολύ ταλαιπωρημένα από το καθημερινό ίσιωμα, το πρόσωπο της πάντα ήταν καλυμμένο από παχιές στρώσεις make-up και πάντα έβαζε άσπρο μολύβι στο κάτω βλέφαρο των ματιών της, για να δείχνουν μεγαλύτερα. Σήμερα είχε πιάσει τα μαλλιά της, μία ψηλή αλογοουρά, που αναδείκνυε το καστανόξανθο χρώμα τους. Καθώς την παρατηρούσα, την σύγκρινα με εμένα. Αν και δεν ήταν πολύ όμορφη, όλη αυτή η προετοιμασία που υπέμενε κάθε πρωί την έκανε εκθαμβωτική, σε αντίθεση με εμένα. Εγώ, όπως πάντα, είχα αφήσει τα μαλλιά μου κάτω και στις άκρες έκαναν μικρές μπούκλες. Επίσης δεν είχαν πολύ λαμπερό χρώμα, όπως τα δικά της, αφού δεν τα είχα βάψει ακόμα, και είχαν ένα άτονο καστανό χρώμα. Όσον αφορούσε τα ρούχα, αποφάσισα να μην μπω καν στο κόπο να τα συγκρίνω... Παρόλα αυτά εγώ εξακολουθούσα να έχω την αντίληψη, πως πρέπει να αρέσει σε κάποιον ο χαρακτήρας σου και μετά η εμφάνισή σου και γι'αυτό δεν θα έκανα κάτι ανάλογο. Το λεωφορείο ήρθε στην ώρα του και όλοι μπήκαν μέσα βιαστικά.
Όλη αυτή η διαδρομή μέρα με τη μέρα γινόταν όλο και πιο κουραστική. Στην αρχή της σχολικής χρονιάς αναρωτιόμουν αν όλη αυτή η ταλαιπωρία άξιζε το κόπο. Με το καιρό δεν έδινα σημασία αφού, με έπαιρνε ο ύπνος στο μαλακό ώμο της Μαρίνας. Αν και ήταν ωραία να ξαπλώνεις πάνω της, το άγχος και οι μόνιμες πλέον σκέψεις δεν με άφηναν να ξεκουραστώ πολύ. Μία φορά, στα μέσα του Οκτώβρη, με είχε πάρει ο ύπνος τόσο βαθιά, που δεν μπορούσαν να με ξυπνήσουν. Νόμιζαν ότι είχα λυποθυμίσει ή ότι είχα πάθει κάτι σαν σοκ, ώσπου με πότισαν στην κυριολεξία με κρύο νερό και αναγκάστικα να ξυπνήσω. Η ντροπή που είχα νιώσει εκείνη τη μέρα ήταν απερίγραπτη, αν και κανείς δεν εδωσε πολύ σημασία στο συμβάν. Τα ενοχλητικά σχόλια κράτησαν μόνο για λίγες μέρες και μετά το ξέχασαν και αυτό.
Η ονειροπόληση μου σταμάτησε όταν, ακούστηκε η βραχνή φωνή της Μαρίνας. "Άντε, άντε ξύπνα. Φτάσαμε!" είπε ανυπόμονα, καθώς με σκουντούσε με τα δαχτυλά της. Βγήκα με δυσκολία από το λεωφορείο γιατί, ακόμα νύσταζα και αυτό με εμπόδιζε στο να περπατήσω σταθερά και ευθυγραμμισμένα. Τότε τον είδα! Το γυμνασμένο -σχεδόν- σώμα του Έρικ με έκανε να χάσω την ισορροπία μου. "Χαλάρωσε...καρφώνεσαι!" μου είπε η Θωμαϊς, ενώ με τσίμπησε μαλακά στο μπράτσο. Τελικά...ναι, πιστεύω πως θα έκανα και το αδύνατο δυνατό για το συγκεκριμένο άτομο, που τώρα στεκόταν λίγα μέτρα μακριά μου κια κοιτούσε με τα μικρά πράσινα μάτια του, ένα μηχανάκι που πέρασε δίπλα μου. Κάποια στιγμή ένοιωσα το βλέμμα του να πέφτει πάνω μου, όμως ήταν φευγαλέο, δυστυχώς. Η συμπεριφορά μου δεν ήταν λογική και το ήξερα. Παρατηρούσα τη παραμικρή του κίνηση. Αύτα όμως οφείλονταν στην εφηβεία απ'όσο ήξερα, ή απλά αυτό ήθελα να πιστεύω. Ο διαπεραστικός ήχος του κουδουνιού ακούστηκε και έφυγα για την τάξη. Μπήκαμε μέσα και έκατσα όπως πάντα, στη θέση μου, ακουμπώντας τη πλάτη μου στο χρωματισμένο τοίχο, έχοντας καρφώσε το βλέμμα μου στον Έρικ. Η φιλόλογος μας δεν θα αργούσε να έρθει όταν ξαφνικά, τον είδα να κατευθύνεται προς εμένα...
Απ: Ονειροπαγίδα
1ο κεφάλαιο-β'μέρος
Οι παλμοί της καρδιάς μου επιταχύνονταν σταδιακά. Τους άκουγα, καθώς με πλησίαζε, όλο και πιο δυνατά. Νόμιζα πως τους άκουγε όλη η τάξη. Ο Έρικ πρέπει να διέκρινε την ταραχή μου, από την έκφραση που είχα πάρει, γιατί γύρισε προς τους φίλους τους και εκείνοι αυτόματα έριξαν ένα μικρό γελάκι. Χαμήλωσα το βλέμμα μου και προσπάθησα να δείχνω ψύχραιμη. Τότε ήρθε! Κάθισε, απολύτως φυσιολογικά, στην άκρη του θρανίου μου και κουνούσε τα μακριά του πόδια ρυθμικά. "Γεια σου!" μου είπε τραγουδιστά. Η καρδιά μου για άλλη μία φορά με εμπόδιζε να λειτουργήσω ήρεμα, αφού χτυπούσε πάλι πιο γρήγορα από το φυσιολογικό."Γεια" του είπα τελικά, όσο πιο αδιάφορα γινόταν, και άρχισα να κοιτάω κάτι παλιά μηνύματα στο κινητό μου. Ήθελα να του δείξω ότι ποσώς με ενδιέφερε η παρουσία του. Ήθελα να κρύψω την χαρά μου! Δεν φάνηκε να τον απασχολεί, όμως αυτό και συνέχισε ακάθεκτος. "Να σε ρωτήσω κάτι κούκλα μου;" Μία ελπίδα άρχισε να σχηματίζετε μέσα μου. Ναι! Θα μου ζητούσε να βγούμε ή απλά θα έδειχνε το ενδιαφέρον του για εμένα, με κάποια άλλη ερώτηση. Το σίγουρο ήταν ότι κάτι ένιωθε για εμένα. Πετούσα στον έβδομο ουρανό και ακόμη πιο ψηλά. "Ότι θέλεις!" του είπα πρόθυμη να απαντήσω σε οποιαδήποτε ερώτηση ήθελε να μου κάνει. Ένα πονηρό χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο του. "Να μωρέ, απλά αναρωτιόμουν αν... η Θωμαϊς έχει σχέση. Μήπως ξέρεις;" Έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου. "Χαζή! Χαζή! Χαζή! Πως είναι δυνατόν να πίστεψες, έστω και για μία τόσο μικρή στιγμή, ότι αυτή η συζήτηση ήταν για εσένα" σκέφτηκα. " Από όσο ξέρω όχι, αλλά καλύτερα να την ρωτήσεις όμως." του απάντησα όσο πιο καλοσυνάτα μπορούσα, ενώ του χαμογέλασα, προσπαθώντας να δείξω ότι είχα χαρεί που είχε ερωτευτεί τη φίλη μου. Ήθελα να βάλω τα κλάματα και να φωνάξω με όλη μου τη δύναμη. "Λες να της μιλήσω; Είμαι όμως λίγο μπερδεμένος. Δεν την ξέρω και πολύ καλά. Εσύ την ξέρεις καλύτερα. Πες μου, πως να την προσεγγίσω;" Τα μάτια του είχαν πάρει τώρα, ένα χρώμα, όμοιο με το σμαράγδι και με κοιτούσαν επίμονα. Ήταν απελπισμένος! Εγώ δηλαδή τι πρέπει να ήμουν; Το αγόρι που ήθελα εδώ και δύο χρόνια, μου μιλούσε για πρώτη φορά και μου ζητούσε συμβουλές για να κατακτήσει μία φίλη μου. Μου ήρθε να τον χαστουκίσω, αλλά συγκρατήθηκα. Θα κινούσα τις υποψίες όλων, με αυτή μου την πράξη. "Ειλικρινά δεν ξέρω... Δεν συζητάμε πολύ γι'αυτά, οπότε... καταλαβαίνεις" του είπα ενώ, συγκρατούσα με όλη μου τη δύναμη τα δάκρυα που οσονούπω, θα κυλούσαν σαν καταρράχτες από τα μάτια μου. "Δεν πειράζει. Ευχαριστώ πάντως." είπε και με χτύπησε φιλικά στον ώμο. Υπό άλλες συνθήκες, αν ήξερε δηλαδή πως αισθανόμουν, αυτή η κίνηση θα ήταν εντελώς ειρωνική, αφού ήταν γνωστό σε όλους ότι ο Έρικ, δεν ήταν από τους καλύτερους χαρακτήρες.
Κάνοντας αυτήν τελευταία σκέψη, έφυγα φουρτουνιασμένη από την τάξη. Ο διάδρομος δεν είχε αδειάσει και εξαιτίας της ταραχής μου έπεσα πάνω σε μερικά άτομα. Ένιωθα πως δεν υπήρχε άλλος αέρας, μέσα στο κτίριο. Πολλοί θα με χαρακτήριζαν υπερβολική, όμως δεν ήταν και λίγο να βρίσκεσαι σε μία τέτοια θέση. Βγήκα στο προαύλιο του σχολείου με βαριά ανάσα. Ο καιρός από το πρωί δεν είχε αλλάξει καθόλου, αλλά αυτό δεν ήταν θετικό εκείνη τη στιγμή. Έκατσα σε ένα ξύλινο παγκάκι, λίγα μέτρα μακριά από την είσοδο. Είχε αρκετό κρύο και ή μαύρη ζακέτα που φορούσα δεν αρκούσε, για με κρατήσει ζεστή. Έτσι, έβαλα τα πόδια μου πάνω στο παγκάκι και αγκάλιασα τα γόνατα μου. Τότε τα τείχη έπεσαν! Άρχισα να κλαίω με λυγμούς. Σκέψεις πλημμύρισαν το μυαλό μου, σαν χείμαρρος. Πως θα της το έλεγα; Εκείνη πως θα αντιδρούσε; Θα χαιρόταν; Θα τον απόρριπτε, για να μην διαλυθεί η φιλία μας; Μήπως θα της το έλεγε εκείνος; Έκανα συνεχώς εικασίες μέσα στο μυαλό μου, χωρίς να σταματάω ούτε λεπτό. Μετά από μερικά λεπτά ένιωθα το σώμα μου, παγωμένο και νόμιζα πως το κεφάλι μου θα έσπαγε σαν καρπούζι, στα δύο. Χωρίς να χάσω άλλο χρόνο, σηκώθηκα από το παγκάκι και πήγα προς το κυλικείο του σχολείου.
Ευτυχώς είχα μερικά χρήματα μαζί μου, για να αγόραζα ένα ζεστό τσάι.Δεν το συνήθιζα να αγοράζω τα φαγητό μου από εκεί, αφού τα χρήματα που έδιναν οι γονείς μου δεν ήταν πολλά και προτιμούσα να τα φυλάω για να αγοράζω ρούχα και ότι άλλο χρειαζόμουν.Η οικογένεια μου τα τελευταία χρόνια είχε αρκετά οικονομικά προβλήματα. Η μητέρα μου από το μπακάλικο που της κληροδότησαν οι γονείς της δεν έβγαζε πολλά, όμως οι αναμνήσεις από εκεί την εμπόδιζαν να το πουλήσει. Τα παιδικά της χρόνια ήταν φανταστικά!Οι γονείς της ήταν υπέροχοι. Παρόλα τα χρόνια που ήταν παντρεμένοι, τους θυμάμαι να είναι πάντα ερωτευμένοι. Αποτελούσαν πρότυπο, για τα σημερινά ζευγάρια, που στον παραμικρό τσακωμό χωρίζουν. Εκτός από αυτό όμως, ήταν και καταπληκτικοί παππούδες! Αν και θυμάμαι αμυδρά, τα καλοκαίρια που πέρασα μαζί τους, στην Χαλκιδική, θυμάμαι πως είχα περάσει καταπληκτικά και πολλές φορές νοσταλγώ αυτά τα καλοκαίρια. Και η μητέρα μου, μου διηγόταν όταν ήμουν μικρή, τις περιπέτειες που είχε ζήσει κατά τη διάρκεια των υπέροχων καλοκαιρινών διακοπών της. Οι γονείς της ήταν πολύ "προχωρημένοι" σε σχέση με τους ανθρώπους που ζούσαν τότε στην Ελλάδα. Έτσι, μαζί με αυτούς, και εκείνη απέκτησε πολλές εμπειρίες, από τα ταξίδια τους, που άλλα παιδιά της ηλικίας της δεν θα ζούσαν ποτέ τους. Ο ξαφνικός θάνατος τους στοίχισε σε όλη την οικογένεια, αλλά πολύ περισσότερο στη μητέρα μου, αφού είχε και στους δύο τρομερή αδυναμία. Και εκείνοι βέβαια την αγαπούσαν αφάνταστα, αφού ήταν το μοναδικό παιδί που απέκτησαν, μετά από άπειρες προσπάθειες. Για αυτόν το λόγο την ανέθρεψαν με πολύ αγάπη και αφοσίωση. Στη διαθήκη της η γιαγιά μου, εκτός από μερικά παλιά κοσμήματα που είχε, της έδωσε και ένα σημαντικό χρηματικό ποσό, που φύλαγε για ώρα ανάγκης. Με τη σειρά του ο παππούς μου, μεταβίβασε το μπακάλικο, που είχε από τότε που ήταν νέος. Στην πραγματικότητα, το άξιζε η μητέρα μου να έχει υπό κατοχή της αυτό το μαγαζί, αφού εργαζόταν εκεί από τότε που ήταν έφηβη και το "πονούσε" αυτό το μαγαζί.
Αν και τα χρήματα που έβγαζε δεν ήταν πάρα πολλά, όμως ήταν σαφώς περισσότερα από τον μισθό του πατέρα μου. Εκείνος εργαζόταν σε μία διαφημιστική εταιρία, ως λογιστής. Η εταιρία αυτή όμως, όπως και πολλές άλλες, δεν πήγαινε καλά και έτσι αναγκάστηκε να κλείσει. Ο πατέρας μου, το είχε πάρει κατάκαρδα και για αρκετό καιρό καθόταν μονίμως στο καναπέ του σαλονιού και μηχανικά άλλαζε τους τηλεοπτικούς σταθμούς. Μετά από λίγο καιρό όμως, άρχισε να γίνεται πιο δημιουργικός. Ξεκίνησε να τακτοποιεί το σπίτι, να γράφει διάφορα άρθρα σε σχέση με την επικαιρότητα που τα δημοσίευε σε μία ιστοσελίδα αφιλοκερδώς και εξασκούσε καθημερινά τις ικανότητες του στη μαγειρική, φτιάχνοντας διάφορες συνταγές που έβλεπε στην τηλεόραση. Αυτό δεν κράτησε πολύ, αφού συχνά μας έκανε παράπονα ότι δεν είναι σωστό αυτό που γίνεται και πως είχε καταντήσει νοικοκυρούλα. Αν και άπειρες φορές τον είχαμε διαβεβαιώσει, ότι αυτό δεν ίσχυε, εκείνος έμενε αδιάλλακτος. Έτσι το ωθήσαμε να βρει καινούρια δουλειά. Χωρίς να χαραμίσει χρόνο και με ανακτημένο ηθικό, άρχισε να ρωτάει γνωστούς του και να ψάχνει στις εφημερίδες για διαθέσιμες θέσεις εργασίας.Τους τελευταίους τρεις μήνες, λοιπόν εργαζόταν σε μία πολυεθνική εταιρία, που σχετίζονταν με τρόφιμα. Τα χρήματα που έπαιρνε δεν ήταν όμως αρκετά, αφού η θέση του δεν ήταν ανάλογη με του βασικού λογιστή. Ήταν κάτι σαν, δεύτερη γνώμη εκεί μέσα. Παρόλα αυτά, εξακολουθούσε να ήταν χαρούμενος αφού, ασχολούνταν με το είδος που τον ενδιέφερε. Το μόνο αρνητικό σε αυτήν την ιστορία ήταν, ότι αναγκαζόμουν, για ακόμα μία φορά, να κάνω το μεγαλύτερος μέρος του καθαρίσματος του σπιτιού. Αυτό δεν ήταν καλό, αφού έπρεπε να οργανώσω τον χρόνο μου καλύτερα και να καταβάλω κόπο για να ολοκληρώσω με επιτυχία όλες τις δουλείες του σπιτιού. Το τελευταίο ήταν αυτό που μισούσα περισσότερο, αφού ήμουν γνωστή πλέον για την οκνηρία μου.
Όση ώρα αναλογιζόμουν όλα αυτά, δεν κατάλαβα πως η ώρα είχε περάσει και το κουδούνι είχε χτυπήσει, σηματοδοτώντας την έναρξη του πρώτου διαλείμματος. Μόνο όταν είδα ένα "λόχο" από εφήβους να κατεβαίνουν τις σκάλες του κτιρίου, συνειδητοποίησα πόση ώρα καθόμουν εκεί. Έκατσα στην θέση μου καλύτερα και ήπια λίγο από το τσάι μου, που τώρα είχε παγώσει. Σε λιγότερο από ένα λεπτό, είδα τη Παυλίνα να με πλησιάζει. Έκανα πως δεν την είδα και άρχισα να παρατηρώ το πλαστικό ποτηράκι που περιείχε το τσάι. Μου άρεσε να την ξαφνιάζω. Έκατσε δίπλα μου, σχεδόν αθόρυβα.Εξακολουθούσα να κάνω πως δεν την είχα προσέξει, παρατηρώντας αυτήν τη φορά τη ουρά που είχε δημιουργηθεί στο κυλικείο.
"Πως ήταν η πρώτη ώρα;" της είπα ήρεμα ενώ, εκείνη ήταν έτοιμη να με σκουντήξει, στον ώμο με σκοπό να με ξεσπάσει.
"Πόσο μου την δίνει όταν το κάνεις αυτό!" μου απάντησε, προσποιούμενη την νευριασμένη.
"Πόσο μου αρέσει να σε πειράζω!" της απάντησα με ένα παιχνιδιάρικο τόνο στην φωνή μου, ενώ αμέσως μετά της έστειλα, με παιχνιδιάρικο ύφος ένα φιλάκι. Πάντα όταν το έκανα αυτό, τα ξεχνούσε όλα και έσκαγε στα γέλια, όπως και έγινε. " Τι έχεις εσύ; Δεν φαίνεσαι καλά." μου είπε κάπως ανήσυχα, αμέσως μετά. Είδα την Μάρα να μας πλησιάζει και έτσι της έκανα νόημα ότι θα της έλεγα αργότερα "Καλά τι έπαθες εσύ και έφυγες άρον άρον από την τάξη;" με ρώτησε όλο περιέργεια, μόλις έφτασε στο παγκάκι. Είδα την Παυλίνα να με κοιτάει σκεπτική. Η Μάρα αν και ήταν φίλη μου δεν την αισθανόμουν τόσο άνετα μαζί της όπως με την Παυλίνα. Γι' αυτό συχνά απέφευγα να της λέω την αλήθεια. "Από το πρωί δεν αισθανόμουν πολύ καλά και προτίμησα να κάτσω έξω και να πιω ένα τσάι μήπως και ηρεμήσω." της είπα, δείχνοντας της το ποτήρι. Και οι δύο δεν φάνηκαν να πείθονται από την απάντηση μου. " Χμμ!" έκανε σκεπτόμενη, "τέσπα! Ο Έρικ τι σου έλεγε;". "Τι έγινε λέει;" είπε η Παυλίνα, ενώ τα μάτια της κόντεψαν να βγουν από τη θέση τους. "Τίποτα το σπουδαίο... Απλά μου ζήτησε να του δώσω κάτι ασκήσεις, αλλά δεν τις είχα κάνει." είπα αδιάφορα. Η Μάρα μου χτύπησε απαλά το γόνατο, δείχνοντας ότι το είχε πιστέψει. Αντίθετα η Παυλίνα με κοιτούσε μπερδεμένη.
Δεν άργησε να φανεί και η Μαρίνα, που ως συνήθως κρατούσε ένα σάντουιτς και το έτρωγε αχόρταγα. Η Μάρα την άρπαξε από το μπράτσο, για να πάει μαζί της στο κυλικείο. " Μπέκα τι έγινε πάλι;" με ρώτησε η Παυλίνα μόλις έφυγαν. "Δεν είναι ώρα για να τα συζητήσουμε αυτά. 'Έλα από το σπίτι μου το απόγευμα και σου υπόσχομαι πως θα σου τα πω όλα" της είπα.
Οι υπόλοιπες ώρες, φάνηκαν να περνούν πολύ γρήγορα. Η Θωμαϊς, για καλή μου τύχη δεν ερχόταν σε όλα τα διαλείμματα μαζί μας. Μόλις το ρολόι έδειξε δύο και πέντε το κουδούνι χτύπησε, για άλλη μία φορά και όλοι έτρεξαν έξω. Πήγα γρήγορα προς τη στάση, για να μην χάσω το λεωφορείο. Μόλις έφτασα εκεί, έβαλα τα ακουστικά μου και άρχισα να ακούω μουσική. Καθώς άκουγα το 4 words to choke upon, είδα την Θωμαϊς να με πλησιάζει. "Μπέκααα!", μου φώναξε χαρούμενα! Σχημάτισα ένα ψεύτικο χαμόγελο, αλλά δεν μπήκα στον κόπο να βγάλω τα ακουστικά ή να χαμηλώσω την ένταση, αφού ήθελα να αποφύγω για την ώρα τις συζητήσεις μαζί της. "Τς, τς, τς! Πάλι αυτούς ακούς; Δεν τους βαρέθηκες πια;" μου είπε κοροϊδευτικά, αφού είδε στην οθόνη του κινητού μου πιο τραγούδι άκουγα. Έγνεψα αρνητικά. Δεν είχαμε το ίδιο γούστο στην μουσική και γι'αυτό είχαμε αρκετές διαμάχες σε αυτόν το τομέα. Εκείνη προτιμούσε τους λαϊκούς τραγουδιστές και εγώ ήμουν φαν των metal και rock συγκροτημάτων. Το λεωφορείο δεν άργησε να έρθει, και έτσι αυτή η συζήτηση δεν αναπτύχθηκε ευτυχώς. Μπήκαν όλοι μέσα, βιαστικά. Όπως πάντα, έκατσα δίπλα στη Μαρίνα και έβαλα το κεφάλι μου στο μπράτσο της. Είχα τριάντα λεπτά πολύτιμου ύπνου και ήμουν διατεθειμένη να τα εκμεταλλευτώ, λεπτό προς λεπτό. Σε λίγα λεπτά είχα αποκοιμηθεί για τα καλά.
Από εκείνη τη στιγμή ξεκίνησαν όλα...
Οι παλμοί της καρδιάς μου επιταχύνονταν σταδιακά. Τους άκουγα, καθώς με πλησίαζε, όλο και πιο δυνατά. Νόμιζα πως τους άκουγε όλη η τάξη. Ο Έρικ πρέπει να διέκρινε την ταραχή μου, από την έκφραση που είχα πάρει, γιατί γύρισε προς τους φίλους τους και εκείνοι αυτόματα έριξαν ένα μικρό γελάκι. Χαμήλωσα το βλέμμα μου και προσπάθησα να δείχνω ψύχραιμη. Τότε ήρθε! Κάθισε, απολύτως φυσιολογικά, στην άκρη του θρανίου μου και κουνούσε τα μακριά του πόδια ρυθμικά. "Γεια σου!" μου είπε τραγουδιστά. Η καρδιά μου για άλλη μία φορά με εμπόδιζε να λειτουργήσω ήρεμα, αφού χτυπούσε πάλι πιο γρήγορα από το φυσιολογικό."Γεια" του είπα τελικά, όσο πιο αδιάφορα γινόταν, και άρχισα να κοιτάω κάτι παλιά μηνύματα στο κινητό μου. Ήθελα να του δείξω ότι ποσώς με ενδιέφερε η παρουσία του. Ήθελα να κρύψω την χαρά μου! Δεν φάνηκε να τον απασχολεί, όμως αυτό και συνέχισε ακάθεκτος. "Να σε ρωτήσω κάτι κούκλα μου;" Μία ελπίδα άρχισε να σχηματίζετε μέσα μου. Ναι! Θα μου ζητούσε να βγούμε ή απλά θα έδειχνε το ενδιαφέρον του για εμένα, με κάποια άλλη ερώτηση. Το σίγουρο ήταν ότι κάτι ένιωθε για εμένα. Πετούσα στον έβδομο ουρανό και ακόμη πιο ψηλά. "Ότι θέλεις!" του είπα πρόθυμη να απαντήσω σε οποιαδήποτε ερώτηση ήθελε να μου κάνει. Ένα πονηρό χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο του. "Να μωρέ, απλά αναρωτιόμουν αν... η Θωμαϊς έχει σχέση. Μήπως ξέρεις;" Έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου. "Χαζή! Χαζή! Χαζή! Πως είναι δυνατόν να πίστεψες, έστω και για μία τόσο μικρή στιγμή, ότι αυτή η συζήτηση ήταν για εσένα" σκέφτηκα. " Από όσο ξέρω όχι, αλλά καλύτερα να την ρωτήσεις όμως." του απάντησα όσο πιο καλοσυνάτα μπορούσα, ενώ του χαμογέλασα, προσπαθώντας να δείξω ότι είχα χαρεί που είχε ερωτευτεί τη φίλη μου. Ήθελα να βάλω τα κλάματα και να φωνάξω με όλη μου τη δύναμη. "Λες να της μιλήσω; Είμαι όμως λίγο μπερδεμένος. Δεν την ξέρω και πολύ καλά. Εσύ την ξέρεις καλύτερα. Πες μου, πως να την προσεγγίσω;" Τα μάτια του είχαν πάρει τώρα, ένα χρώμα, όμοιο με το σμαράγδι και με κοιτούσαν επίμονα. Ήταν απελπισμένος! Εγώ δηλαδή τι πρέπει να ήμουν; Το αγόρι που ήθελα εδώ και δύο χρόνια, μου μιλούσε για πρώτη φορά και μου ζητούσε συμβουλές για να κατακτήσει μία φίλη μου. Μου ήρθε να τον χαστουκίσω, αλλά συγκρατήθηκα. Θα κινούσα τις υποψίες όλων, με αυτή μου την πράξη. "Ειλικρινά δεν ξέρω... Δεν συζητάμε πολύ γι'αυτά, οπότε... καταλαβαίνεις" του είπα ενώ, συγκρατούσα με όλη μου τη δύναμη τα δάκρυα που οσονούπω, θα κυλούσαν σαν καταρράχτες από τα μάτια μου. "Δεν πειράζει. Ευχαριστώ πάντως." είπε και με χτύπησε φιλικά στον ώμο. Υπό άλλες συνθήκες, αν ήξερε δηλαδή πως αισθανόμουν, αυτή η κίνηση θα ήταν εντελώς ειρωνική, αφού ήταν γνωστό σε όλους ότι ο Έρικ, δεν ήταν από τους καλύτερους χαρακτήρες.
Κάνοντας αυτήν τελευταία σκέψη, έφυγα φουρτουνιασμένη από την τάξη. Ο διάδρομος δεν είχε αδειάσει και εξαιτίας της ταραχής μου έπεσα πάνω σε μερικά άτομα. Ένιωθα πως δεν υπήρχε άλλος αέρας, μέσα στο κτίριο. Πολλοί θα με χαρακτήριζαν υπερβολική, όμως δεν ήταν και λίγο να βρίσκεσαι σε μία τέτοια θέση. Βγήκα στο προαύλιο του σχολείου με βαριά ανάσα. Ο καιρός από το πρωί δεν είχε αλλάξει καθόλου, αλλά αυτό δεν ήταν θετικό εκείνη τη στιγμή. Έκατσα σε ένα ξύλινο παγκάκι, λίγα μέτρα μακριά από την είσοδο. Είχε αρκετό κρύο και ή μαύρη ζακέτα που φορούσα δεν αρκούσε, για με κρατήσει ζεστή. Έτσι, έβαλα τα πόδια μου πάνω στο παγκάκι και αγκάλιασα τα γόνατα μου. Τότε τα τείχη έπεσαν! Άρχισα να κλαίω με λυγμούς. Σκέψεις πλημμύρισαν το μυαλό μου, σαν χείμαρρος. Πως θα της το έλεγα; Εκείνη πως θα αντιδρούσε; Θα χαιρόταν; Θα τον απόρριπτε, για να μην διαλυθεί η φιλία μας; Μήπως θα της το έλεγε εκείνος; Έκανα συνεχώς εικασίες μέσα στο μυαλό μου, χωρίς να σταματάω ούτε λεπτό. Μετά από μερικά λεπτά ένιωθα το σώμα μου, παγωμένο και νόμιζα πως το κεφάλι μου θα έσπαγε σαν καρπούζι, στα δύο. Χωρίς να χάσω άλλο χρόνο, σηκώθηκα από το παγκάκι και πήγα προς το κυλικείο του σχολείου.
Ευτυχώς είχα μερικά χρήματα μαζί μου, για να αγόραζα ένα ζεστό τσάι.Δεν το συνήθιζα να αγοράζω τα φαγητό μου από εκεί, αφού τα χρήματα που έδιναν οι γονείς μου δεν ήταν πολλά και προτιμούσα να τα φυλάω για να αγοράζω ρούχα και ότι άλλο χρειαζόμουν.Η οικογένεια μου τα τελευταία χρόνια είχε αρκετά οικονομικά προβλήματα. Η μητέρα μου από το μπακάλικο που της κληροδότησαν οι γονείς της δεν έβγαζε πολλά, όμως οι αναμνήσεις από εκεί την εμπόδιζαν να το πουλήσει. Τα παιδικά της χρόνια ήταν φανταστικά!Οι γονείς της ήταν υπέροχοι. Παρόλα τα χρόνια που ήταν παντρεμένοι, τους θυμάμαι να είναι πάντα ερωτευμένοι. Αποτελούσαν πρότυπο, για τα σημερινά ζευγάρια, που στον παραμικρό τσακωμό χωρίζουν. Εκτός από αυτό όμως, ήταν και καταπληκτικοί παππούδες! Αν και θυμάμαι αμυδρά, τα καλοκαίρια που πέρασα μαζί τους, στην Χαλκιδική, θυμάμαι πως είχα περάσει καταπληκτικά και πολλές φορές νοσταλγώ αυτά τα καλοκαίρια. Και η μητέρα μου, μου διηγόταν όταν ήμουν μικρή, τις περιπέτειες που είχε ζήσει κατά τη διάρκεια των υπέροχων καλοκαιρινών διακοπών της. Οι γονείς της ήταν πολύ "προχωρημένοι" σε σχέση με τους ανθρώπους που ζούσαν τότε στην Ελλάδα. Έτσι, μαζί με αυτούς, και εκείνη απέκτησε πολλές εμπειρίες, από τα ταξίδια τους, που άλλα παιδιά της ηλικίας της δεν θα ζούσαν ποτέ τους. Ο ξαφνικός θάνατος τους στοίχισε σε όλη την οικογένεια, αλλά πολύ περισσότερο στη μητέρα μου, αφού είχε και στους δύο τρομερή αδυναμία. Και εκείνοι βέβαια την αγαπούσαν αφάνταστα, αφού ήταν το μοναδικό παιδί που απέκτησαν, μετά από άπειρες προσπάθειες. Για αυτόν το λόγο την ανέθρεψαν με πολύ αγάπη και αφοσίωση. Στη διαθήκη της η γιαγιά μου, εκτός από μερικά παλιά κοσμήματα που είχε, της έδωσε και ένα σημαντικό χρηματικό ποσό, που φύλαγε για ώρα ανάγκης. Με τη σειρά του ο παππούς μου, μεταβίβασε το μπακάλικο, που είχε από τότε που ήταν νέος. Στην πραγματικότητα, το άξιζε η μητέρα μου να έχει υπό κατοχή της αυτό το μαγαζί, αφού εργαζόταν εκεί από τότε που ήταν έφηβη και το "πονούσε" αυτό το μαγαζί.
Αν και τα χρήματα που έβγαζε δεν ήταν πάρα πολλά, όμως ήταν σαφώς περισσότερα από τον μισθό του πατέρα μου. Εκείνος εργαζόταν σε μία διαφημιστική εταιρία, ως λογιστής. Η εταιρία αυτή όμως, όπως και πολλές άλλες, δεν πήγαινε καλά και έτσι αναγκάστηκε να κλείσει. Ο πατέρας μου, το είχε πάρει κατάκαρδα και για αρκετό καιρό καθόταν μονίμως στο καναπέ του σαλονιού και μηχανικά άλλαζε τους τηλεοπτικούς σταθμούς. Μετά από λίγο καιρό όμως, άρχισε να γίνεται πιο δημιουργικός. Ξεκίνησε να τακτοποιεί το σπίτι, να γράφει διάφορα άρθρα σε σχέση με την επικαιρότητα που τα δημοσίευε σε μία ιστοσελίδα αφιλοκερδώς και εξασκούσε καθημερινά τις ικανότητες του στη μαγειρική, φτιάχνοντας διάφορες συνταγές που έβλεπε στην τηλεόραση. Αυτό δεν κράτησε πολύ, αφού συχνά μας έκανε παράπονα ότι δεν είναι σωστό αυτό που γίνεται και πως είχε καταντήσει νοικοκυρούλα. Αν και άπειρες φορές τον είχαμε διαβεβαιώσει, ότι αυτό δεν ίσχυε, εκείνος έμενε αδιάλλακτος. Έτσι το ωθήσαμε να βρει καινούρια δουλειά. Χωρίς να χαραμίσει χρόνο και με ανακτημένο ηθικό, άρχισε να ρωτάει γνωστούς του και να ψάχνει στις εφημερίδες για διαθέσιμες θέσεις εργασίας.Τους τελευταίους τρεις μήνες, λοιπόν εργαζόταν σε μία πολυεθνική εταιρία, που σχετίζονταν με τρόφιμα. Τα χρήματα που έπαιρνε δεν ήταν όμως αρκετά, αφού η θέση του δεν ήταν ανάλογη με του βασικού λογιστή. Ήταν κάτι σαν, δεύτερη γνώμη εκεί μέσα. Παρόλα αυτά, εξακολουθούσε να ήταν χαρούμενος αφού, ασχολούνταν με το είδος που τον ενδιέφερε. Το μόνο αρνητικό σε αυτήν την ιστορία ήταν, ότι αναγκαζόμουν, για ακόμα μία φορά, να κάνω το μεγαλύτερος μέρος του καθαρίσματος του σπιτιού. Αυτό δεν ήταν καλό, αφού έπρεπε να οργανώσω τον χρόνο μου καλύτερα και να καταβάλω κόπο για να ολοκληρώσω με επιτυχία όλες τις δουλείες του σπιτιού. Το τελευταίο ήταν αυτό που μισούσα περισσότερο, αφού ήμουν γνωστή πλέον για την οκνηρία μου.
Όση ώρα αναλογιζόμουν όλα αυτά, δεν κατάλαβα πως η ώρα είχε περάσει και το κουδούνι είχε χτυπήσει, σηματοδοτώντας την έναρξη του πρώτου διαλείμματος. Μόνο όταν είδα ένα "λόχο" από εφήβους να κατεβαίνουν τις σκάλες του κτιρίου, συνειδητοποίησα πόση ώρα καθόμουν εκεί. Έκατσα στην θέση μου καλύτερα και ήπια λίγο από το τσάι μου, που τώρα είχε παγώσει. Σε λιγότερο από ένα λεπτό, είδα τη Παυλίνα να με πλησιάζει. Έκανα πως δεν την είδα και άρχισα να παρατηρώ το πλαστικό ποτηράκι που περιείχε το τσάι. Μου άρεσε να την ξαφνιάζω. Έκατσε δίπλα μου, σχεδόν αθόρυβα.Εξακολουθούσα να κάνω πως δεν την είχα προσέξει, παρατηρώντας αυτήν τη φορά τη ουρά που είχε δημιουργηθεί στο κυλικείο.
"Πως ήταν η πρώτη ώρα;" της είπα ήρεμα ενώ, εκείνη ήταν έτοιμη να με σκουντήξει, στον ώμο με σκοπό να με ξεσπάσει.
"Πόσο μου την δίνει όταν το κάνεις αυτό!" μου απάντησε, προσποιούμενη την νευριασμένη.
"Πόσο μου αρέσει να σε πειράζω!" της απάντησα με ένα παιχνιδιάρικο τόνο στην φωνή μου, ενώ αμέσως μετά της έστειλα, με παιχνιδιάρικο ύφος ένα φιλάκι. Πάντα όταν το έκανα αυτό, τα ξεχνούσε όλα και έσκαγε στα γέλια, όπως και έγινε. " Τι έχεις εσύ; Δεν φαίνεσαι καλά." μου είπε κάπως ανήσυχα, αμέσως μετά. Είδα την Μάρα να μας πλησιάζει και έτσι της έκανα νόημα ότι θα της έλεγα αργότερα "Καλά τι έπαθες εσύ και έφυγες άρον άρον από την τάξη;" με ρώτησε όλο περιέργεια, μόλις έφτασε στο παγκάκι. Είδα την Παυλίνα να με κοιτάει σκεπτική. Η Μάρα αν και ήταν φίλη μου δεν την αισθανόμουν τόσο άνετα μαζί της όπως με την Παυλίνα. Γι' αυτό συχνά απέφευγα να της λέω την αλήθεια. "Από το πρωί δεν αισθανόμουν πολύ καλά και προτίμησα να κάτσω έξω και να πιω ένα τσάι μήπως και ηρεμήσω." της είπα, δείχνοντας της το ποτήρι. Και οι δύο δεν φάνηκαν να πείθονται από την απάντηση μου. " Χμμ!" έκανε σκεπτόμενη, "τέσπα! Ο Έρικ τι σου έλεγε;". "Τι έγινε λέει;" είπε η Παυλίνα, ενώ τα μάτια της κόντεψαν να βγουν από τη θέση τους. "Τίποτα το σπουδαίο... Απλά μου ζήτησε να του δώσω κάτι ασκήσεις, αλλά δεν τις είχα κάνει." είπα αδιάφορα. Η Μάρα μου χτύπησε απαλά το γόνατο, δείχνοντας ότι το είχε πιστέψει. Αντίθετα η Παυλίνα με κοιτούσε μπερδεμένη.
Δεν άργησε να φανεί και η Μαρίνα, που ως συνήθως κρατούσε ένα σάντουιτς και το έτρωγε αχόρταγα. Η Μάρα την άρπαξε από το μπράτσο, για να πάει μαζί της στο κυλικείο. " Μπέκα τι έγινε πάλι;" με ρώτησε η Παυλίνα μόλις έφυγαν. "Δεν είναι ώρα για να τα συζητήσουμε αυτά. 'Έλα από το σπίτι μου το απόγευμα και σου υπόσχομαι πως θα σου τα πω όλα" της είπα.
Οι υπόλοιπες ώρες, φάνηκαν να περνούν πολύ γρήγορα. Η Θωμαϊς, για καλή μου τύχη δεν ερχόταν σε όλα τα διαλείμματα μαζί μας. Μόλις το ρολόι έδειξε δύο και πέντε το κουδούνι χτύπησε, για άλλη μία φορά και όλοι έτρεξαν έξω. Πήγα γρήγορα προς τη στάση, για να μην χάσω το λεωφορείο. Μόλις έφτασα εκεί, έβαλα τα ακουστικά μου και άρχισα να ακούω μουσική. Καθώς άκουγα το 4 words to choke upon, είδα την Θωμαϊς να με πλησιάζει. "Μπέκααα!", μου φώναξε χαρούμενα! Σχημάτισα ένα ψεύτικο χαμόγελο, αλλά δεν μπήκα στον κόπο να βγάλω τα ακουστικά ή να χαμηλώσω την ένταση, αφού ήθελα να αποφύγω για την ώρα τις συζητήσεις μαζί της. "Τς, τς, τς! Πάλι αυτούς ακούς; Δεν τους βαρέθηκες πια;" μου είπε κοροϊδευτικά, αφού είδε στην οθόνη του κινητού μου πιο τραγούδι άκουγα. Έγνεψα αρνητικά. Δεν είχαμε το ίδιο γούστο στην μουσική και γι'αυτό είχαμε αρκετές διαμάχες σε αυτόν το τομέα. Εκείνη προτιμούσε τους λαϊκούς τραγουδιστές και εγώ ήμουν φαν των metal και rock συγκροτημάτων. Το λεωφορείο δεν άργησε να έρθει, και έτσι αυτή η συζήτηση δεν αναπτύχθηκε ευτυχώς. Μπήκαν όλοι μέσα, βιαστικά. Όπως πάντα, έκατσα δίπλα στη Μαρίνα και έβαλα το κεφάλι μου στο μπράτσο της. Είχα τριάντα λεπτά πολύτιμου ύπνου και ήμουν διατεθειμένη να τα εκμεταλλευτώ, λεπτό προς λεπτό. Σε λίγα λεπτά είχα αποκοιμηθεί για τα καλά.
Από εκείνη τη στιγμή ξεκίνησαν όλα...
Απ: Ονειροπαγίδα
Εινα πολυ ενδιαφερον η ιστορια σου εμενα μου αρεσε αλλα το εκοψες στο καλητερο συμιο γραψε και. την συνεχια
maria99cool- Fangirl Forever
- Αριθμός μηνυμάτων : 4850
Ηλικία : 25
Ημερομηνία εγγραφής : 25/01/2012
Τόπος : Under the moonlight lost im my mind lisening to music..!
Απ: Ονειροπαγίδα
http://darkkitty7.blogspot.com/2012/04/2.html
Έγραψα το καινούριο κεφάλαιο. Για όποιον/α θέλει να το διαβάσει είναι στη παραπάνω ιστοσελίδα. Αν θέλετε μπορείτε να γίνετε και αναγνώστες στο blog μου και έτσι θα το βοηθήσετε να γίνει περισσότερο δημοφιλής!
Τα σχόλια σας για την "Ονειροπαγίδα" μπορείτε να τα κάνετε είτε στο τόπικ με τα σχόλια είτε στο blog μου!
Φιλάκια,
Georgia_15
xxx
Έγραψα το καινούριο κεφάλαιο. Για όποιον/α θέλει να το διαβάσει είναι στη παραπάνω ιστοσελίδα. Αν θέλετε μπορείτε να γίνετε και αναγνώστες στο blog μου και έτσι θα το βοηθήσετε να γίνει περισσότερο δημοφιλής!
Τα σχόλια σας για την "Ονειροπαγίδα" μπορείτε να τα κάνετε είτε στο τόπικ με τα σχόλια είτε στο blog μου!
Φιλάκια,
Georgia_15
xxx
Απ: Ονειροπαγίδα
2ο Κεφάλαιο
Ήμουν στο δωμάτιο μου και υπήρχε ένα αχνός φωτισμός, που προερχόταν από το παράθυρο. Βρισκόμουν στο κρεβάτι μου και αμέσως σηκώθηκα και πήγα προς το παράθυρο. Το φεγγάρι ήταν ολόγιομο και είχε πάρει μία έντονη κίτρινη απόχρωση. Φαινόταν να βρίσκετε πολύ πιο κοντά στη γη απ'ότι συνήθως. Ενώ χάζευα μαγεμένη τον ουρανό, παρατηρώντας την κάθε πιθαμή, άκουσα κάτι από πίσω. Γύρισα αμέσως, φοβισμένη. Μία μορφή, βρισκόταν στην γωνία του δωματίου μου. Λόγω του χαμηλού φωτισμού μου ήταν δύσκολο να διακρίνω τι ήταν και έτσι πήρα το θάρρος να πλησιάσω. Μας χώριζε λιγότερο από μισό μέτρο όταν κατάλαβα ότι ήταν μία γυναίκα. Δεν φαινόταν μεγάλη σε ηλικία, ίσως 19 χρονών. Φορούσε μία μαύρη φούστα που έφτανε μέχρι τους αστραγάλους της και ένα στενό μπλουζάκι, που ήταν αρκετά κοντό ώστε να φαίνεται ο αφαλός της. Ήταν πανέμορφη. Είχε τεράστια μάτια, σαρκώδη χείλη και λεπτοκαμωμένη μύτη. Το σώμα της ήταν ανάλογο με ενός μοντέλου και ακόμα καλύτερο. Το μόνο που δεν με έκανε να αισθάνομαι άσχημα, όσο ήμουν κοντά της ήταν το ύψος της, αφού είχαμε το ίδιο. Τα μάτια της μέσα στο σκοτάδι είχαν μία περίεργη όψη κάπως τρομαχτική, αλλά και μαγευτική συνάμα. Καθόταν ακίνητη στην ίδια θέση για μεγάλο χρονικό διάστημα, που μου φάνηκε σαν ολόκληρος αιώνας και γι' αυτό αποφάσισα να της μιλήσω. "Ποια είσαι και τι γυρεύεις εδώ; Από που μπήκες;" της είπα σχετικά γρήγορα, λόγω του άγχους που είχα. Αμέσως η λεπτή φωνή της ακούστηκε "Δεν έχει σημασία ποια είμαι εγώ... Αυτό που πραγματικά έχει σημασία είναι εσύ ποια είσαι!" Έμεινα στήλη άλατος. Το θράσος της με εκνεύρισε αφάνταστα. "Καλά κοπέλα μου είσαι στο δωμάτιο μου και μου κάνεις ανόητες ερωτήσεις και από πάνω;", της φώναξα. Τότε έπιασε το πρόσωπο μου και το κράτησε τόσο κοντά στο δικό της, ώστε να την κοιτάω κατάματα. Τα μάτια της τώρα γυάλιζαν σαν να υπήρχαν μέσα τους μικρά διαμάντια. "Μπέκα! Δεν ανήκεις εδώ!", μου είπε αργά και σταθερά. Τρομοκρατήθηκα! "Και τότε που..." είπα ξέπνοα, όταν ένιωσα την Μαρίνα να με κουνάει.
Έτριψα δυνατά τα μάτια μου, και έπιασα την τσάντα μου. Είχα φτάσει στον Παλιόπυργο, στο χωριό μου, δηλαδή που το αποκαλούσαν πλέον κωμόπολη. Μπορεί να ήταν ένα γραφικό μέρος, με παλιά αρχοντικά, χωράφια με διάφορες καλλιέργειες και άλλα συναφή, όμως τα τελευταία χρόνια είχε εξελιχθεί. Είχαμε δύο μαγαζιά που περιλάμβαναν τα απαραίτητα όπου το ένα εκ των οποίων ήταν τόσο μεγάλο που το αποκαλούσαμε σούπερ-μάρκετ. Είχαμε μία καφετέρια που σύχναζαν όλα τα "ψώνια" της περιοχής, ένα κομμωτήριο, που για καλή μου τύχη η κομμώτρια ήταν φανταστική και ένα μπαρ που άνοιξε μόλις πέρυσι. Είχα πάει μία με δύο φορές εκεί αλλά, η μουσική που έπαιζαν δεν μου άρεσε και τόσο και έτσι δεν ξαναπήγα.
Βγήκα από το λεωφορείο παραπατώντας, αφού δεν είχα ξυπνήσει καλά. Το όνειρο με είχε τρομάξει αρκετά, αλλά συνήθως δεν έδινα σημασία στα όνειρα. Τα χαρακτήριζα πονηρά παιχνίδια του μυαλού. Καταστάσεις που έχουμε βιώσει υπό άλλες συνθήκες, και διαδραματίζονται αλλιώς μέσα από αυτά. Προχωρούσα γρήγορα προς τα σπίτι μου, γιατί το κρύο ήταν αρκετό και ήδη ένιωθα τη μύτη μου να παγώνει. Η διαδρομή είχε γίνει πλέον και αυτή μέρος της ρουτίνας μου, και γι'αυτό δεν απολάμβανα όσο παλιά. Όταν ήμουν πιο μικρή μου άρεσε να παίρνω το ποδήλατο μου και να κάνω βόλτες σε όλο το χωριό. Να περνάω μέσα από τα δρομάκια, μέσα από τα χωράφια και να ακούω τις φωνές των γέρων που γκρίνιαζαν ότι χαλούσα τα φυτά τους. Τώρα που καιρός γι'αυτά; Η μόνη μου διασκέδαση είναι η μουσική και ο υπολογιστής.
Μόλις είδα το στενάκι που βγαίνει στο σπίτι μου, ένιωσα ανακούφιση. Επιτέλους, θα έμπαινα στο ζεστό μου σπιτάκι μου, θα ξάπλωνα στο μαλακό μου κρεβάτι και θα έβλεπα διάφορες ταινίες στο laptop. Καθώς προχωρούσα, με την άκρη του ματιού μου, είδα την γειτόνισσα, από το πάνω διαμέρισμα να μαζεύει τα ρούχα της από την απλώστρα. Έκανα πως δεν την είδα όμως και μπήκα γρήγορα στην είσοδο της πολυκατοικίας, αποφεύγοντας την ανάκριση. Με τα παιδιά που έμεναν παλιά στο δίπλα διαμέρισμα την φωνάζαμε FBI, αφού φρόντιζε πάντα να κάνει εξονυχιστικό έλεγχο για το οτιδήποτε. Ανέβηκα με βαριά βήματα τις σκάλες. Πόσο δύσκολο ήταν σε μία πολυκατοικία πια, να βάλουν ένα ασανσέρ; Αποτελούνταν ήδη από 3 ορόφους! Πόσους θα έπρεπε να είχε για να έχουμε και ασανσέρ; Αναλογιζόμενη για άλλη μια φορά, το πόσο θα ήθελα να έχω μία ζεστή σοκολάτα εκείνη τη στιγμή, έψαχνα τα κλειδιά μου μέσα στη τσάντα μου, που επικρατούσε το χάος. Με τα πολλά τα βρήκα και άνοιξα βρίζοντας τη πόρτα. Από τη κουζίνα μου ήρθε μία περίεργη μυρωδιά που δεν μπορούσα να την προσδιορίσω. Πάντως ήταν καλή! Ένιωσα το στομάχι μου να διαμαρτύρεται και έτσι παράτησα την τσάντα μου στη γωνία και πήγα στη κουζίνα. Ήξερα ότι αν το έβλεπε αυτό η μάνα μου θα με απόπαιρνε, αλλά δε βαριέσαι, Θα τη μαζέψω πριν τη δει.
Ήταν σκυφτή πάνω από το νεροχύτη και έπλενε τα πιάτα, σχεδόν μηχανικά. "Μαμά;" της είπα. Δεν είχε καταλάβει ότι είχα έρθει, ήταν προφανές. "Έλα κορίτσι μου το φαγητό είναι έτοιμο" μου είπε αδιάφορα. Είδα στο τραπέζι της κουζίνα τρία πιάτα, σερβιρισμένα με παστίτσιο. Άρχισαν να μου τρέχουν τα σάλια. Όταν το πλησίασα αρκετά, κατάλαβα ότι ήταν φτιαγμένο με λαχανικά, αλλά ήταν εύγευστο. Αυτό σήμαινε ότι ήταν σε καλή μέρα. Όποτε ήταν χαρούμενη έφτιαχνε αριστουργήματα, όταν όμως δεν ήταν καλά καταντούσαμε πειραματόζωα. Το τελευταίο της τερατούργημα-στη κουζίνα- ήταν φακές με κομματάκια από χοιρινό και εστραγκόν. Σκέτη αηδία! Τι να κάνεις όμως; Μάνα σου είναι και πρέπει να την ευχαριστήσεις, οπότε το τρως αναγκαστικά. Ειδικά όταν στις ονομασίες των φαγητών, ήταν γαλλικές, η κατάσταση χειροτέρευε.
Ο πατέρας μου είχε φάει ήδη και καθόταν πίσω από τον υπολογιστή, πληκτρολογώντας με αρκετή δύναμη, έτσι ώστε να ακούγετε ένας ενοχλητικός ήχος από το πληκτρολόγιο. Φαινόταν αρκετά απορροφημένους σε αυτό που έκανε και γι΄αυτό δεν θέλησα να τον ενοχλήσω. Έπιασα τη τσάντα μου από το πάτωμα και πήγα στο δωμάτιο μου. Μόλις αντίκρισα το θέαμα του δωματίου μου, θυμήθηκα ότι είχα πει στην Παυλίνα να έρθει και έτσι αποφάσισα να βάλω μία τάξη. Εμένα δεν με ενοχλούσε αλλά, δεν ήθελα να αντικρίσει αυτό το θέαμα, γιατί θα τρόμαζε. Το κρεβάτι μου ήταν άτσαλα στρωμένο, στο κομοδίνο υπήρχε ακόμα μία ξεχασμένη κούπα με υπολείμματα από καφέ πάνω και μπόλικη σκόνη που κάλυπτε όλη την επιφάνεια του επίπλου. Στο πάτωμα υπήρχαν μερικά ρούχα, όπως και στα κάγκελα στο κάτω μέρος του κρεβατιού μου, που εξαιτίας αυτών των ρούχων δεν φαίνονταν πια. Η ντουλάπα δεν είχε κλείσει καλά και πάνω στο γραφείο μου εκτός από παχιά στρώματα σκόνης, υπήρχαν τσαλακωμένες φωτοτυπίες και σχολικά βιβλία μισάνοιχτα και φθαρμένα. Το μόνο μέρος που ήταν συγυρισμένο, ήταν η βιβλιοθήκη, με εξαίρεση τη σκόνη που είχε ενσωματωθεί πλέον. Μπορεί να ήμουν βαρεμένο άτομο, όμως όταν ήθελα να τακτοποιήσω κάτι το έκανα με μεγάλη επιτυχία. Δεν έχασα χρόνο και πήγα στο πλυσταριό, για να εφοδιαστώ με τα απαραίτητα.Μπήκα με φόρα, ξανά στο δωμάτιο και έσυρα τις βυσσινί κουρτίνες μου για να μπει στο δωμάτιο φως και άνοιξα διάπλατα τα παράθυρα για να ανανεωθεί ο αέρας και να μπει φρέσκος. Έπειτα έβγαλα από τον καρπό μου ένα λαστιχάκι, που είχα ξεχασμένο και έπιασα πάνω τα μαλλιά μου, για να μην με ενοχλούν. Καθάρισα επιφανειακά την βιβλιοθήκη, κάνοντας το πανί από άσπρο σε γκρι. Στη συνέχεια δίπλωσα ομοιόμορφα τα ρούχα μου και τα έβαλα προσεχτικά στη ντουλάπα. Επειδή το τζιν που φορούσα από το πρωί δεν με διευκόλυνε στις κινήσεις μου, έπιασα μία μαύρη ξεθωριασμένη φόρμα, από το πάτωμα και ένα άσπρο, μακρυμάνικο μπλουζάκι, ενώ έβαλα τα ρούχα που φορούσα στο καλάθι με τα άπλυτα. Μετά τακτοποίησα τις φωτοτυπίες και τα βιβλία και σειρά είχε το κομοδίνο.
Δεν το κατάλαβα ότι ο πατέρας μου στεκόταν στην πόρτα το δωματίου μου, παρά μόνο όταν ξερόβηξε θέλοντας να μου αποσπάσει τη προσοχή.
"Α! Με τρόμαξες" του είπα ταραγμένη, "τι έγινε;".
"Θα πάμε με τη μαμά μέχρι το νοσοκομείο στη Φλώρινα, για να δούμε τη γιαγιά θα έρθεις;"
"Όχι έχω διάβασμα" του δήλωσα.
"Καλώς! Δεν θα αργήσουμε"μου είπε ενώ έφευγε.
Η γιαγιά μου είχε κάνει εγχείρηση πριν λίγες μέρες, για να βγάλει τη πέτρα από τα νεφρά της. Η Φλώρινα δεν ήταν μακριά από το χωριό μου. Μισή ώρα με το αυτοκίνητο. Εγώ είχα πλέον συνηθίσει τη διαδρομή, αφού τη διέσχιζα καθημερινά. Ήθελα να δω τη γιαγιά μου, όμως δεν ήμουν ευδιάθετη και αν την έβλεπα θα το καταλάβαινε αμέσως. Ήταν καλύτερα να μείνω στο σπίτι και να πιω λίγη ζεστή σοκολάτα με τη κολλητή μου, καθώς θα συζητάμε.
Η ώρα είχε πάει τέσσερις και μισή και είχα πει στη Παυλίνα να έρθει κατά τις πέντε οπότε, εκμεταλλεύτηκα αυτό το χρόνο χαζεύοντας τηλεόραση, κουκουλωμένη με κουβέρτες. Ενώ παρακολουθούσα ένα ντοκιμαντέρ, για τους πιθήκους Presbytis hosei canicrus, που βρέθηκαν στον νησί Βόρνεο, ακούστηκε ένα χτύπημα στη πόρτα. Είχα εστιάσει τόσο πολύ το ενδιαφέρον μου εκεί, που δεν κατάλαβα πως πέρασε τόση ώρα.Το ντοκιμαντέρ ήταν πολύ ενδιαφέρον και έτσι έτρεξα γρήγορα προς τη πόρτα για να μην χάσω τη συνέχεια. Όπως ήταν αναμενόμενο, η Παυλίνα στεκόταν στην εξώπορτα με μία πλαστική σακούλα, που ήταν γεμάτη με αναψυκτικά και πατατάκια. "Καιρός ήταν! Για πόση ώρα σκόπευες να με αφήσεις εκεί έξω;" με ρώτησε τάχα ενοχλημένη, αλλά την ήξερα πολλά χρόνια για να καταλάβω ότι έπαιζε θέατρο! Κλασική Πολίν! "Αρκετή." της απάντησα ενώ σχημάτισα ένα αυτάρεσκο χαμόγελο. "Άντε πέρνα μέσα!"
Μπήκε σαν χείμαρρος μέσα στο σπίτι και άρχισε να αδειάζει το περιεχόμενο της σακούλας, στο τραπέζι της κουζίνας.
"Η προσπάθεια σου να με παχύνεις έχει αποτύχει εδώ και καιρό αλλά, απ'ότι φαίνεται δεν τα βάζεις κάτω έτσι;"
"Πότε! Ξέρεις ότι είμαι πεισματάρα"
"Αχ Πολίν!"
Έκατσα στον καναπέ και περίμενα υπομονετικά να έρθει.
"Ξέρασε τα όλα!" μου είπε όταν έκατσε, μετά από ένα λεπτό στον καναπέ και άρχισε να τρώει από ένα μπολ, αχόρταγα σαν να παρακολουθούσε ταινία. Το άρωμα του ξυδιού, που έβγαινε από τα πατατάκια,μου προκάλεσε αναγούλα, αλλά την αψήφησα και τις διηγήθηκα ό,τι συνέβηκε στο σχολείο, χωρίς να παραλείψω την παραμικρή λεπτομέρεια. Άλλαζε διάφορες εκφράσεις ενώ με άκουγε και με διέκοπτε κάθε λίγο, για να κάνει διάφορα σχόλια. Όταν έφτασα στο σημείο, που θα της έλεγα για το όνειρο, κάτι μέσα μου με έκανε να το παραλείψω. Προσπάθησα αρκετά να της το πω, αλλά χωρίς να καταλαβαίνω πως, της ανέφερα άλλα περιστατικά στο λεωφορείο που ποτέ δεν είδα, αφού κοιμόμουν. Ένιωσα να ταράζομαι. Μετά από αρκετά λεπτά σιγής, χωρίς για ακόμα μία φορά να καταλάβω πως, η ταραχή μου αντικαταστήθηκε από πλήρη ηρεμία.
"Τι να κάνω Παυλίνα; Να της το πω; Να το αφήσω έτσι;"
" Δεν ξέρω ποιο είναι το σωστό για αυτήν τη περίπτωση... Η Θωμαΐς είναι φίλη μας και ξέρει ότι θέλεις τον Έρικ πολύ αλλά..." έκοψε τη πρόταση της στη μέση. Φάνηκε σκεπτική αλλά, συνέχισε.
"Πόσο καλά ξέρουμε την Θωμαΐς Μπέκα;"
"Τι εννοείς;"
"Θα έκανε τα πάντα για λίγη δημοσιότητα. Είναι άπληστη! Θα πουλούσε τόσα χρόνια φιλίας για ακόμα ένα γκόμενο, που θα της πρόσφερε αυτό που ήθελε."
"Όχι! Μπορεί να θέλει να είναι το επίκεντρο αλλά δεν πιστεύω πως θα έκανε κάτι τέτοιο..."
"Μπέκα! Σκέψου καλά... Πότε ήταν η τελευταία φορά που σου συμπαραστάθηκε; Πότε ήταν δίπλα σου όταν τη χρειαζόσουν; Όταν μας είπες ότι τα πράγματα με την οικογένεια σου δεν πάνε καλά θυμάσαι τι έκανε; Θυμάσαι;"
Δεν υπήρξε απάντηση από μέρος μου. Ήξερα ότι η Παυλίνα είχε δίκιο αλλά, δεν ήθελα να πιστέψω ότι θα με πρόδιδε μία φίλη μου.
"Θα σου απαντήσω εγώ λοιπόν. Είπε αδιάφορα ότι ούτε οι δικοί της τα πάνε καλά και έφυγε. 'Ακομα και όταν κάποιος πονάει, ακόμα και αν είναι φίλος της, εκείνη θα του αποδείξει ότι εκείνη πονάει περισσότερο! Πως πάντα είναι πάνω από όλους! Οπότε δεν υπάρχει λόγος να την εμπιστευτείς. Εκτός αν θες να χάσεις τον Έρικ; Εδώ που τα λέμε δεν σου αξίζει και τ ξέρεις, αλλά η απόφαση είναι αποκλυστικά δική σου"
"Δεν ξέρω... Η αλήθεια είναι πως δεν μπορώ να τον αφήσω, αλλά και πάλι δεν έχω καμία ελπίδα να είμαι μαζί του, οπότε ποιος ο λόγος να χαλάσω μία φιλία;"
"Την ήδη χαλασμένη; Ο έλα τώρα Ρεμπέκα! Και για του λόγου το αληθές...δεν είσαι τόσο χάλια όσο νομίζεις. Είσαι μία χαρά κοπέλα και πρέπει να το αποδεχθείς! Αν τον θες όπως λες τότε διεκδίκησε τον και μην περιμένεις να έρθει από μόνος του, πάνω στο άσπρο άλογο. Κάνε μία κίνηση επιτέλους!"
"Δεν ξέρω Πολίν...Θα δω."
"Εντάξει! Δεν θα σε πιέσω να αποφασίσεις ακόμα, αλλά δράσε άμεσα προτού να είναι αργά...όποια απόφαση και αν πάρεις!OOOkey baby! Τι κάνουμε τώρα;"
Η διάθεση της και ο τόνος της άλλαξε αμέσως, και η ατμόσφαιρα αυτόματα έγινε πιο ανάλαφρη. Το υπόλοιπο βράδυ μείναμε μέσα, βλέποντας δύο θρίλερ, που μόνο θρίλερ δεν ήταν, με συνοδεία ζεστής σοκολάτας, μιας και τα πατατάκια και τα αναψυκτικά τα είχαμε αφανίσει πρωτύτερα. Οι γονείς μου στο ενδιάμεσο ήρθαν, αλλά φρόντισαν να είναι διακριτικοί, ως συνήθως, και έτσι έκαναν αισθητή την παρουσία τους μόνο μόλις ήρθαν. Έπειτα ο πατέρας όπως συνήθιζε κάθε Παρασκευή, ετοιμάστηκε και βγήκε με τον κολλητό του. Η μάνα μου πάλι, ξάπλωσε νωρίς, γιατί είχε πρωινό ξύπνημα και ήθελε να απολαύσει μπόλικο ύπνο. Όταν περνάς καλά δεν καταλαβαίνεις πόσο γρήγορα περνάει η ώρα. Είχε πάει 11 όταν η Παυλίνα, αντιλήφθηκε ότι, στο κινητό της υπήρχαν έξι κλήσεις από την "leader" και αυτό προμήνυε κήρυγμα. Με το κινητό στο αυτί με αποχαιρέτησε όπως-όπως και μου υποσχέθηκε ότι θα με τηλεφωνούσε. "Κλασσική Παυλίνα!" σκέφτηκε ενώ μου ξέφυγε ένα μικρό γελάκι. Έκλεισα την τηλεόραση και κατευθύνθηκα στο δωμάτιο μου. Κρίμα το καθάρισμα που έκανα, αλλά δεν βαριέσαι! Χωρίς να χάσω χρόνο έπεσα στο μαλακό μου κρεβάτι και αμέσως αποκοιμήθηκα. Πίστευα πως θα είχα ένα ατάραχο ύπνο, ώσπου άλλο ένα αινιγματικό όνειρό, με διαβεβαίωσε πως δεν θα ήταν ατάραχος.
Αυτή τη φορά το σκηνικό ήταν κάπως διαφορετικό. Δεν βρισκόμουν στο παράθυρο, αλλά κοιμόμουν στο κρεβάτι μου, όπως τώρα. Ξαφνικά ξύπνησα έχοντας την αίσθηση πως κάποιος ήταν εκεί. Φορούσα ένα νυχτικό μακρύ και έτσι όταν επιχείρησα να σηκωθώ από το κρεβάτι δεν μου ήταν εύκολο να ισορροπήσω και έπεσα. Βρέθηκα μπροστά σε δύο περιποιημένα πόδια. Όταν σηκώθηκα όρθια, συνειδητοποίησα πως ήταν η ίδια κοπέλα από το προηγούμενο όνειρο. Η ανάσα μου άρχισε να επιταχύνεται. Φάνηκε να καταλαβαίνει.
"Ρεμπέκα μην αγχώνεσαι! Δεν είμαι εδώ για να σου κάνω κακό... Είμαι εδώ για να σου δείξω ποια πραγματικά είσαι."
"Ξέρω ποια είμαι! Το όνομα μου είναι Ρεμπέκα Ελευθερίου, είμαι η κόρη της Δανάης και του Σέργιου και είμαι δεκαεφτά χρονών. Ποιο είναι αυτό που δεν ξέρω και το ξέρεις εσύ;" της είπα φωνάζοντας.
"Γλυκιά μου..." μου είπε ενώ μου χάιδεψε τα μαλλιά "είναι πολλά περισσότερα από ένα"
"Ωραία λοιπόν! Είμαι όλη αυτιά!"
"Για να σου αποκαλύψω την αλήθεια πρέπει να μου υποσχεθείς κάτι."
"Τι;"
"Ότι θα με ακολουθήσεις, για να έχεις μία ζωή όπως κανονικά πρέπει να έχεις"
"Χμ μου φαίνεται λογικό! Να ακολουθήσω μία που με έχει επισκεφθεί μόλις δύο φορές στον ύπνο μου και δεν μου λέει τίποτα για την πραγματική μου ταυτότητα!" την ειρωνεύτηκα
"Μην ανησυχείς όλα στην ώρα τους, αρκεί να μου το υποσχεθείς. Έτσι και αλλιώς δεν γίνεται να γλιτώσεις από αυτό που πραγματικά είσαι. Αργά ή γρήγορα θα το ανακάλυπτες και θα ήταν πιο επώδυνο, οπότε πες μου. Δέχεσαι;"
Άρχισα να τρομοκρατούμαι! Τι ήταν αυτό που ήμουν πια;
"Δέχομαι τώρα πες μου!"
Άρχισε να χοροπηδάει από τη χαρά της και να με αγκαλιάζει σφιχτά. Για ακόμη μία φορά έπαθα σοκ και χάρης αυτού έμεινα στήλη άλατος.
"Να σου συστηθώ πρώτα!" μου είπε χαμογελώντας.
"Είμαι η Μέρεντιθ και θα είμαι η εκπαιδεύτρια και σύμβουλος σου, με άλλα λόγια το δεξί σου χέρι."
"Εμ ναι σε τι;"
"Μα στην υπόλοιπη ζωή σου βέβαια!"
"Γιατί τι είμαι και χρειάζομαι ένα εκπαιδευτή και σύμβουλο;"
"Είσαι dream keeper"
Ήμουν στο δωμάτιο μου και υπήρχε ένα αχνός φωτισμός, που προερχόταν από το παράθυρο. Βρισκόμουν στο κρεβάτι μου και αμέσως σηκώθηκα και πήγα προς το παράθυρο. Το φεγγάρι ήταν ολόγιομο και είχε πάρει μία έντονη κίτρινη απόχρωση. Φαινόταν να βρίσκετε πολύ πιο κοντά στη γη απ'ότι συνήθως. Ενώ χάζευα μαγεμένη τον ουρανό, παρατηρώντας την κάθε πιθαμή, άκουσα κάτι από πίσω. Γύρισα αμέσως, φοβισμένη. Μία μορφή, βρισκόταν στην γωνία του δωματίου μου. Λόγω του χαμηλού φωτισμού μου ήταν δύσκολο να διακρίνω τι ήταν και έτσι πήρα το θάρρος να πλησιάσω. Μας χώριζε λιγότερο από μισό μέτρο όταν κατάλαβα ότι ήταν μία γυναίκα. Δεν φαινόταν μεγάλη σε ηλικία, ίσως 19 χρονών. Φορούσε μία μαύρη φούστα που έφτανε μέχρι τους αστραγάλους της και ένα στενό μπλουζάκι, που ήταν αρκετά κοντό ώστε να φαίνεται ο αφαλός της. Ήταν πανέμορφη. Είχε τεράστια μάτια, σαρκώδη χείλη και λεπτοκαμωμένη μύτη. Το σώμα της ήταν ανάλογο με ενός μοντέλου και ακόμα καλύτερο. Το μόνο που δεν με έκανε να αισθάνομαι άσχημα, όσο ήμουν κοντά της ήταν το ύψος της, αφού είχαμε το ίδιο. Τα μάτια της μέσα στο σκοτάδι είχαν μία περίεργη όψη κάπως τρομαχτική, αλλά και μαγευτική συνάμα. Καθόταν ακίνητη στην ίδια θέση για μεγάλο χρονικό διάστημα, που μου φάνηκε σαν ολόκληρος αιώνας και γι' αυτό αποφάσισα να της μιλήσω. "Ποια είσαι και τι γυρεύεις εδώ; Από που μπήκες;" της είπα σχετικά γρήγορα, λόγω του άγχους που είχα. Αμέσως η λεπτή φωνή της ακούστηκε "Δεν έχει σημασία ποια είμαι εγώ... Αυτό που πραγματικά έχει σημασία είναι εσύ ποια είσαι!" Έμεινα στήλη άλατος. Το θράσος της με εκνεύρισε αφάνταστα. "Καλά κοπέλα μου είσαι στο δωμάτιο μου και μου κάνεις ανόητες ερωτήσεις και από πάνω;", της φώναξα. Τότε έπιασε το πρόσωπο μου και το κράτησε τόσο κοντά στο δικό της, ώστε να την κοιτάω κατάματα. Τα μάτια της τώρα γυάλιζαν σαν να υπήρχαν μέσα τους μικρά διαμάντια. "Μπέκα! Δεν ανήκεις εδώ!", μου είπε αργά και σταθερά. Τρομοκρατήθηκα! "Και τότε που..." είπα ξέπνοα, όταν ένιωσα την Μαρίνα να με κουνάει.
Έτριψα δυνατά τα μάτια μου, και έπιασα την τσάντα μου. Είχα φτάσει στον Παλιόπυργο, στο χωριό μου, δηλαδή που το αποκαλούσαν πλέον κωμόπολη. Μπορεί να ήταν ένα γραφικό μέρος, με παλιά αρχοντικά, χωράφια με διάφορες καλλιέργειες και άλλα συναφή, όμως τα τελευταία χρόνια είχε εξελιχθεί. Είχαμε δύο μαγαζιά που περιλάμβαναν τα απαραίτητα όπου το ένα εκ των οποίων ήταν τόσο μεγάλο που το αποκαλούσαμε σούπερ-μάρκετ. Είχαμε μία καφετέρια που σύχναζαν όλα τα "ψώνια" της περιοχής, ένα κομμωτήριο, που για καλή μου τύχη η κομμώτρια ήταν φανταστική και ένα μπαρ που άνοιξε μόλις πέρυσι. Είχα πάει μία με δύο φορές εκεί αλλά, η μουσική που έπαιζαν δεν μου άρεσε και τόσο και έτσι δεν ξαναπήγα.
Βγήκα από το λεωφορείο παραπατώντας, αφού δεν είχα ξυπνήσει καλά. Το όνειρο με είχε τρομάξει αρκετά, αλλά συνήθως δεν έδινα σημασία στα όνειρα. Τα χαρακτήριζα πονηρά παιχνίδια του μυαλού. Καταστάσεις που έχουμε βιώσει υπό άλλες συνθήκες, και διαδραματίζονται αλλιώς μέσα από αυτά. Προχωρούσα γρήγορα προς τα σπίτι μου, γιατί το κρύο ήταν αρκετό και ήδη ένιωθα τη μύτη μου να παγώνει. Η διαδρομή είχε γίνει πλέον και αυτή μέρος της ρουτίνας μου, και γι'αυτό δεν απολάμβανα όσο παλιά. Όταν ήμουν πιο μικρή μου άρεσε να παίρνω το ποδήλατο μου και να κάνω βόλτες σε όλο το χωριό. Να περνάω μέσα από τα δρομάκια, μέσα από τα χωράφια και να ακούω τις φωνές των γέρων που γκρίνιαζαν ότι χαλούσα τα φυτά τους. Τώρα που καιρός γι'αυτά; Η μόνη μου διασκέδαση είναι η μουσική και ο υπολογιστής.
Μόλις είδα το στενάκι που βγαίνει στο σπίτι μου, ένιωσα ανακούφιση. Επιτέλους, θα έμπαινα στο ζεστό μου σπιτάκι μου, θα ξάπλωνα στο μαλακό μου κρεβάτι και θα έβλεπα διάφορες ταινίες στο laptop. Καθώς προχωρούσα, με την άκρη του ματιού μου, είδα την γειτόνισσα, από το πάνω διαμέρισμα να μαζεύει τα ρούχα της από την απλώστρα. Έκανα πως δεν την είδα όμως και μπήκα γρήγορα στην είσοδο της πολυκατοικίας, αποφεύγοντας την ανάκριση. Με τα παιδιά που έμεναν παλιά στο δίπλα διαμέρισμα την φωνάζαμε FBI, αφού φρόντιζε πάντα να κάνει εξονυχιστικό έλεγχο για το οτιδήποτε. Ανέβηκα με βαριά βήματα τις σκάλες. Πόσο δύσκολο ήταν σε μία πολυκατοικία πια, να βάλουν ένα ασανσέρ; Αποτελούνταν ήδη από 3 ορόφους! Πόσους θα έπρεπε να είχε για να έχουμε και ασανσέρ; Αναλογιζόμενη για άλλη μια φορά, το πόσο θα ήθελα να έχω μία ζεστή σοκολάτα εκείνη τη στιγμή, έψαχνα τα κλειδιά μου μέσα στη τσάντα μου, που επικρατούσε το χάος. Με τα πολλά τα βρήκα και άνοιξα βρίζοντας τη πόρτα. Από τη κουζίνα μου ήρθε μία περίεργη μυρωδιά που δεν μπορούσα να την προσδιορίσω. Πάντως ήταν καλή! Ένιωσα το στομάχι μου να διαμαρτύρεται και έτσι παράτησα την τσάντα μου στη γωνία και πήγα στη κουζίνα. Ήξερα ότι αν το έβλεπε αυτό η μάνα μου θα με απόπαιρνε, αλλά δε βαριέσαι, Θα τη μαζέψω πριν τη δει.
Ήταν σκυφτή πάνω από το νεροχύτη και έπλενε τα πιάτα, σχεδόν μηχανικά. "Μαμά;" της είπα. Δεν είχε καταλάβει ότι είχα έρθει, ήταν προφανές. "Έλα κορίτσι μου το φαγητό είναι έτοιμο" μου είπε αδιάφορα. Είδα στο τραπέζι της κουζίνα τρία πιάτα, σερβιρισμένα με παστίτσιο. Άρχισαν να μου τρέχουν τα σάλια. Όταν το πλησίασα αρκετά, κατάλαβα ότι ήταν φτιαγμένο με λαχανικά, αλλά ήταν εύγευστο. Αυτό σήμαινε ότι ήταν σε καλή μέρα. Όποτε ήταν χαρούμενη έφτιαχνε αριστουργήματα, όταν όμως δεν ήταν καλά καταντούσαμε πειραματόζωα. Το τελευταίο της τερατούργημα-στη κουζίνα- ήταν φακές με κομματάκια από χοιρινό και εστραγκόν. Σκέτη αηδία! Τι να κάνεις όμως; Μάνα σου είναι και πρέπει να την ευχαριστήσεις, οπότε το τρως αναγκαστικά. Ειδικά όταν στις ονομασίες των φαγητών, ήταν γαλλικές, η κατάσταση χειροτέρευε.
Ο πατέρας μου είχε φάει ήδη και καθόταν πίσω από τον υπολογιστή, πληκτρολογώντας με αρκετή δύναμη, έτσι ώστε να ακούγετε ένας ενοχλητικός ήχος από το πληκτρολόγιο. Φαινόταν αρκετά απορροφημένους σε αυτό που έκανε και γι΄αυτό δεν θέλησα να τον ενοχλήσω. Έπιασα τη τσάντα μου από το πάτωμα και πήγα στο δωμάτιο μου. Μόλις αντίκρισα το θέαμα του δωματίου μου, θυμήθηκα ότι είχα πει στην Παυλίνα να έρθει και έτσι αποφάσισα να βάλω μία τάξη. Εμένα δεν με ενοχλούσε αλλά, δεν ήθελα να αντικρίσει αυτό το θέαμα, γιατί θα τρόμαζε. Το κρεβάτι μου ήταν άτσαλα στρωμένο, στο κομοδίνο υπήρχε ακόμα μία ξεχασμένη κούπα με υπολείμματα από καφέ πάνω και μπόλικη σκόνη που κάλυπτε όλη την επιφάνεια του επίπλου. Στο πάτωμα υπήρχαν μερικά ρούχα, όπως και στα κάγκελα στο κάτω μέρος του κρεβατιού μου, που εξαιτίας αυτών των ρούχων δεν φαίνονταν πια. Η ντουλάπα δεν είχε κλείσει καλά και πάνω στο γραφείο μου εκτός από παχιά στρώματα σκόνης, υπήρχαν τσαλακωμένες φωτοτυπίες και σχολικά βιβλία μισάνοιχτα και φθαρμένα. Το μόνο μέρος που ήταν συγυρισμένο, ήταν η βιβλιοθήκη, με εξαίρεση τη σκόνη που είχε ενσωματωθεί πλέον. Μπορεί να ήμουν βαρεμένο άτομο, όμως όταν ήθελα να τακτοποιήσω κάτι το έκανα με μεγάλη επιτυχία. Δεν έχασα χρόνο και πήγα στο πλυσταριό, για να εφοδιαστώ με τα απαραίτητα.Μπήκα με φόρα, ξανά στο δωμάτιο και έσυρα τις βυσσινί κουρτίνες μου για να μπει στο δωμάτιο φως και άνοιξα διάπλατα τα παράθυρα για να ανανεωθεί ο αέρας και να μπει φρέσκος. Έπειτα έβγαλα από τον καρπό μου ένα λαστιχάκι, που είχα ξεχασμένο και έπιασα πάνω τα μαλλιά μου, για να μην με ενοχλούν. Καθάρισα επιφανειακά την βιβλιοθήκη, κάνοντας το πανί από άσπρο σε γκρι. Στη συνέχεια δίπλωσα ομοιόμορφα τα ρούχα μου και τα έβαλα προσεχτικά στη ντουλάπα. Επειδή το τζιν που φορούσα από το πρωί δεν με διευκόλυνε στις κινήσεις μου, έπιασα μία μαύρη ξεθωριασμένη φόρμα, από το πάτωμα και ένα άσπρο, μακρυμάνικο μπλουζάκι, ενώ έβαλα τα ρούχα που φορούσα στο καλάθι με τα άπλυτα. Μετά τακτοποίησα τις φωτοτυπίες και τα βιβλία και σειρά είχε το κομοδίνο.
Δεν το κατάλαβα ότι ο πατέρας μου στεκόταν στην πόρτα το δωματίου μου, παρά μόνο όταν ξερόβηξε θέλοντας να μου αποσπάσει τη προσοχή.
"Α! Με τρόμαξες" του είπα ταραγμένη, "τι έγινε;".
"Θα πάμε με τη μαμά μέχρι το νοσοκομείο στη Φλώρινα, για να δούμε τη γιαγιά θα έρθεις;"
"Όχι έχω διάβασμα" του δήλωσα.
"Καλώς! Δεν θα αργήσουμε"μου είπε ενώ έφευγε.
Η γιαγιά μου είχε κάνει εγχείρηση πριν λίγες μέρες, για να βγάλει τη πέτρα από τα νεφρά της. Η Φλώρινα δεν ήταν μακριά από το χωριό μου. Μισή ώρα με το αυτοκίνητο. Εγώ είχα πλέον συνηθίσει τη διαδρομή, αφού τη διέσχιζα καθημερινά. Ήθελα να δω τη γιαγιά μου, όμως δεν ήμουν ευδιάθετη και αν την έβλεπα θα το καταλάβαινε αμέσως. Ήταν καλύτερα να μείνω στο σπίτι και να πιω λίγη ζεστή σοκολάτα με τη κολλητή μου, καθώς θα συζητάμε.
Η ώρα είχε πάει τέσσερις και μισή και είχα πει στη Παυλίνα να έρθει κατά τις πέντε οπότε, εκμεταλλεύτηκα αυτό το χρόνο χαζεύοντας τηλεόραση, κουκουλωμένη με κουβέρτες. Ενώ παρακολουθούσα ένα ντοκιμαντέρ, για τους πιθήκους Presbytis hosei canicrus, που βρέθηκαν στον νησί Βόρνεο, ακούστηκε ένα χτύπημα στη πόρτα. Είχα εστιάσει τόσο πολύ το ενδιαφέρον μου εκεί, που δεν κατάλαβα πως πέρασε τόση ώρα.Το ντοκιμαντέρ ήταν πολύ ενδιαφέρον και έτσι έτρεξα γρήγορα προς τη πόρτα για να μην χάσω τη συνέχεια. Όπως ήταν αναμενόμενο, η Παυλίνα στεκόταν στην εξώπορτα με μία πλαστική σακούλα, που ήταν γεμάτη με αναψυκτικά και πατατάκια. "Καιρός ήταν! Για πόση ώρα σκόπευες να με αφήσεις εκεί έξω;" με ρώτησε τάχα ενοχλημένη, αλλά την ήξερα πολλά χρόνια για να καταλάβω ότι έπαιζε θέατρο! Κλασική Πολίν! "Αρκετή." της απάντησα ενώ σχημάτισα ένα αυτάρεσκο χαμόγελο. "Άντε πέρνα μέσα!"
Μπήκε σαν χείμαρρος μέσα στο σπίτι και άρχισε να αδειάζει το περιεχόμενο της σακούλας, στο τραπέζι της κουζίνας.
"Η προσπάθεια σου να με παχύνεις έχει αποτύχει εδώ και καιρό αλλά, απ'ότι φαίνεται δεν τα βάζεις κάτω έτσι;"
"Πότε! Ξέρεις ότι είμαι πεισματάρα"
"Αχ Πολίν!"
Έκατσα στον καναπέ και περίμενα υπομονετικά να έρθει.
"Ξέρασε τα όλα!" μου είπε όταν έκατσε, μετά από ένα λεπτό στον καναπέ και άρχισε να τρώει από ένα μπολ, αχόρταγα σαν να παρακολουθούσε ταινία. Το άρωμα του ξυδιού, που έβγαινε από τα πατατάκια,μου προκάλεσε αναγούλα, αλλά την αψήφησα και τις διηγήθηκα ό,τι συνέβηκε στο σχολείο, χωρίς να παραλείψω την παραμικρή λεπτομέρεια. Άλλαζε διάφορες εκφράσεις ενώ με άκουγε και με διέκοπτε κάθε λίγο, για να κάνει διάφορα σχόλια. Όταν έφτασα στο σημείο, που θα της έλεγα για το όνειρο, κάτι μέσα μου με έκανε να το παραλείψω. Προσπάθησα αρκετά να της το πω, αλλά χωρίς να καταλαβαίνω πως, της ανέφερα άλλα περιστατικά στο λεωφορείο που ποτέ δεν είδα, αφού κοιμόμουν. Ένιωσα να ταράζομαι. Μετά από αρκετά λεπτά σιγής, χωρίς για ακόμα μία φορά να καταλάβω πως, η ταραχή μου αντικαταστήθηκε από πλήρη ηρεμία.
"Τι να κάνω Παυλίνα; Να της το πω; Να το αφήσω έτσι;"
" Δεν ξέρω ποιο είναι το σωστό για αυτήν τη περίπτωση... Η Θωμαΐς είναι φίλη μας και ξέρει ότι θέλεις τον Έρικ πολύ αλλά..." έκοψε τη πρόταση της στη μέση. Φάνηκε σκεπτική αλλά, συνέχισε.
"Πόσο καλά ξέρουμε την Θωμαΐς Μπέκα;"
"Τι εννοείς;"
"Θα έκανε τα πάντα για λίγη δημοσιότητα. Είναι άπληστη! Θα πουλούσε τόσα χρόνια φιλίας για ακόμα ένα γκόμενο, που θα της πρόσφερε αυτό που ήθελε."
"Όχι! Μπορεί να θέλει να είναι το επίκεντρο αλλά δεν πιστεύω πως θα έκανε κάτι τέτοιο..."
"Μπέκα! Σκέψου καλά... Πότε ήταν η τελευταία φορά που σου συμπαραστάθηκε; Πότε ήταν δίπλα σου όταν τη χρειαζόσουν; Όταν μας είπες ότι τα πράγματα με την οικογένεια σου δεν πάνε καλά θυμάσαι τι έκανε; Θυμάσαι;"
Δεν υπήρξε απάντηση από μέρος μου. Ήξερα ότι η Παυλίνα είχε δίκιο αλλά, δεν ήθελα να πιστέψω ότι θα με πρόδιδε μία φίλη μου.
"Θα σου απαντήσω εγώ λοιπόν. Είπε αδιάφορα ότι ούτε οι δικοί της τα πάνε καλά και έφυγε. 'Ακομα και όταν κάποιος πονάει, ακόμα και αν είναι φίλος της, εκείνη θα του αποδείξει ότι εκείνη πονάει περισσότερο! Πως πάντα είναι πάνω από όλους! Οπότε δεν υπάρχει λόγος να την εμπιστευτείς. Εκτός αν θες να χάσεις τον Έρικ; Εδώ που τα λέμε δεν σου αξίζει και τ ξέρεις, αλλά η απόφαση είναι αποκλυστικά δική σου"
"Δεν ξέρω... Η αλήθεια είναι πως δεν μπορώ να τον αφήσω, αλλά και πάλι δεν έχω καμία ελπίδα να είμαι μαζί του, οπότε ποιος ο λόγος να χαλάσω μία φιλία;"
"Την ήδη χαλασμένη; Ο έλα τώρα Ρεμπέκα! Και για του λόγου το αληθές...δεν είσαι τόσο χάλια όσο νομίζεις. Είσαι μία χαρά κοπέλα και πρέπει να το αποδεχθείς! Αν τον θες όπως λες τότε διεκδίκησε τον και μην περιμένεις να έρθει από μόνος του, πάνω στο άσπρο άλογο. Κάνε μία κίνηση επιτέλους!"
"Δεν ξέρω Πολίν...Θα δω."
"Εντάξει! Δεν θα σε πιέσω να αποφασίσεις ακόμα, αλλά δράσε άμεσα προτού να είναι αργά...όποια απόφαση και αν πάρεις!OOOkey baby! Τι κάνουμε τώρα;"
Η διάθεση της και ο τόνος της άλλαξε αμέσως, και η ατμόσφαιρα αυτόματα έγινε πιο ανάλαφρη. Το υπόλοιπο βράδυ μείναμε μέσα, βλέποντας δύο θρίλερ, που μόνο θρίλερ δεν ήταν, με συνοδεία ζεστής σοκολάτας, μιας και τα πατατάκια και τα αναψυκτικά τα είχαμε αφανίσει πρωτύτερα. Οι γονείς μου στο ενδιάμεσο ήρθαν, αλλά φρόντισαν να είναι διακριτικοί, ως συνήθως, και έτσι έκαναν αισθητή την παρουσία τους μόνο μόλις ήρθαν. Έπειτα ο πατέρας όπως συνήθιζε κάθε Παρασκευή, ετοιμάστηκε και βγήκε με τον κολλητό του. Η μάνα μου πάλι, ξάπλωσε νωρίς, γιατί είχε πρωινό ξύπνημα και ήθελε να απολαύσει μπόλικο ύπνο. Όταν περνάς καλά δεν καταλαβαίνεις πόσο γρήγορα περνάει η ώρα. Είχε πάει 11 όταν η Παυλίνα, αντιλήφθηκε ότι, στο κινητό της υπήρχαν έξι κλήσεις από την "leader" και αυτό προμήνυε κήρυγμα. Με το κινητό στο αυτί με αποχαιρέτησε όπως-όπως και μου υποσχέθηκε ότι θα με τηλεφωνούσε. "Κλασσική Παυλίνα!" σκέφτηκε ενώ μου ξέφυγε ένα μικρό γελάκι. Έκλεισα την τηλεόραση και κατευθύνθηκα στο δωμάτιο μου. Κρίμα το καθάρισμα που έκανα, αλλά δεν βαριέσαι! Χωρίς να χάσω χρόνο έπεσα στο μαλακό μου κρεβάτι και αμέσως αποκοιμήθηκα. Πίστευα πως θα είχα ένα ατάραχο ύπνο, ώσπου άλλο ένα αινιγματικό όνειρό, με διαβεβαίωσε πως δεν θα ήταν ατάραχος.
Αυτή τη φορά το σκηνικό ήταν κάπως διαφορετικό. Δεν βρισκόμουν στο παράθυρο, αλλά κοιμόμουν στο κρεβάτι μου, όπως τώρα. Ξαφνικά ξύπνησα έχοντας την αίσθηση πως κάποιος ήταν εκεί. Φορούσα ένα νυχτικό μακρύ και έτσι όταν επιχείρησα να σηκωθώ από το κρεβάτι δεν μου ήταν εύκολο να ισορροπήσω και έπεσα. Βρέθηκα μπροστά σε δύο περιποιημένα πόδια. Όταν σηκώθηκα όρθια, συνειδητοποίησα πως ήταν η ίδια κοπέλα από το προηγούμενο όνειρο. Η ανάσα μου άρχισε να επιταχύνεται. Φάνηκε να καταλαβαίνει.
"Ρεμπέκα μην αγχώνεσαι! Δεν είμαι εδώ για να σου κάνω κακό... Είμαι εδώ για να σου δείξω ποια πραγματικά είσαι."
"Ξέρω ποια είμαι! Το όνομα μου είναι Ρεμπέκα Ελευθερίου, είμαι η κόρη της Δανάης και του Σέργιου και είμαι δεκαεφτά χρονών. Ποιο είναι αυτό που δεν ξέρω και το ξέρεις εσύ;" της είπα φωνάζοντας.
"Γλυκιά μου..." μου είπε ενώ μου χάιδεψε τα μαλλιά "είναι πολλά περισσότερα από ένα"
"Ωραία λοιπόν! Είμαι όλη αυτιά!"
"Για να σου αποκαλύψω την αλήθεια πρέπει να μου υποσχεθείς κάτι."
"Τι;"
"Ότι θα με ακολουθήσεις, για να έχεις μία ζωή όπως κανονικά πρέπει να έχεις"
"Χμ μου φαίνεται λογικό! Να ακολουθήσω μία που με έχει επισκεφθεί μόλις δύο φορές στον ύπνο μου και δεν μου λέει τίποτα για την πραγματική μου ταυτότητα!" την ειρωνεύτηκα
"Μην ανησυχείς όλα στην ώρα τους, αρκεί να μου το υποσχεθείς. Έτσι και αλλιώς δεν γίνεται να γλιτώσεις από αυτό που πραγματικά είσαι. Αργά ή γρήγορα θα το ανακάλυπτες και θα ήταν πιο επώδυνο, οπότε πες μου. Δέχεσαι;"
Άρχισα να τρομοκρατούμαι! Τι ήταν αυτό που ήμουν πια;
"Δέχομαι τώρα πες μου!"
Άρχισε να χοροπηδάει από τη χαρά της και να με αγκαλιάζει σφιχτά. Για ακόμη μία φορά έπαθα σοκ και χάρης αυτού έμεινα στήλη άλατος.
"Να σου συστηθώ πρώτα!" μου είπε χαμογελώντας.
"Είμαι η Μέρεντιθ και θα είμαι η εκπαιδεύτρια και σύμβουλος σου, με άλλα λόγια το δεξί σου χέρι."
"Εμ ναι σε τι;"
"Μα στην υπόλοιπη ζωή σου βέβαια!"
"Γιατί τι είμαι και χρειάζομαι ένα εκπαιδευτή και σύμβουλο;"
"Είσαι dream keeper"
Σελίδα 1 από 1
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
Κυρ 16 Μάης 2021, 16:21 από DeathView*
» Gotham
Κυρ 16 Μάης 2021, 16:17 από DeathView*
» New Girl
Κυρ 16 Μάης 2021, 16:16 από DeathView*
» Suits
Κυρ 16 Μάης 2021, 16:16 από DeathView*
» La casa de papel
Τετ 13 Ιαν 2021, 22:49 από DeathView*
» THE ROOKIE
Τετ 13 Ιαν 2021, 22:42 από DeathView*
» …ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ (GIA PANTA) (2020)
Σαβ 14 Νοε 2020, 14:51 από DeathView*
» The Magicians
Σαβ 14 Νοε 2020, 14:43 από DeathView*
» ShadowHunters
Σαβ 14 Νοε 2020, 14:42 από DeathView*
» BODYGUARD
Σαβ 14 Νοε 2020, 14:39 από DeathView*